"Δείπνο για πέντε", λοιπόν, στο Life and Art Theater από την Ομάδα "ΚΛΕΨΥΔΡΑ - Θέατρο για τον άνθρωπο", στον παράδρομο της Κωνσταντινουπόλεως, κοντά στην γωνία με την Ιερά Οδό, στον Κεραμεικό. Και θάλεγα πως ήμουν ο έκτος στο δείπνο αυτό - κι έτσι νόμιζα κιόλας, αρχικά - αλλά με μιαν αίθουσα τόσο γεμάτη, κατάμεστη, ο ανταγωνισμός για μια επί πλέον θέση στο τραπέζι και λίγα ψίχουλα παραήταν μεγάλος!
Όσο για το Life and Art Theater, βρήκα την επωνυμία του πολύ ταιριαστή για το συγκεκριμένο έργο - πραγματικά τέχνη που καθρεφτίζει την ζωή δίχως ίχνος υπερβολής και ακρότητας. Πέντε άνθρωποι, που συνδέονται με φιλικούς και συγγενικούς δεσμούς, συγκεντρώνονται σ' ένα σπίτι στο Παρίσι για δείπνο. Ωστόσο, ούτε ο τόπος ούτε η εθνικότητα παίζουν ρόλο, δεν λειτουργούν περιοριστικά. Πρόκειται απλώς για πέντε ανθρώπους, για πέντε χαρακτήρες οικείους και αναγνωρίσιμους λίγο-πολύ. Και στέκομαι ιδιαιτέρως σε αυτό, γιατί δεν μιλάμε για καρικατούρες, αλλά για πραγματικούς ανθρώπους, που ζωντανεύουν επί σκηνής, τσιμπολογάνε, χειρονομούν και συζητούν, μετέχοντας σε έναν διάλογο πολύ γοργών ρυθμών, όπως μόνον φίλοι από παλιά μπορούν να τον κάνουν: χωρίς πολλή περίσκεψη και χωρίς όρια, αυθόρμητα, ασυγκράτητα.
Η κατάσταση, που εξελίσσεται μπροστά στον θεατή του "Δείπνου", είναι επίσης αναγνωρίσιμη - πιο αναγνωρίσιμη και από τους καθ' έκαστον χαρακτήρες, θα μπορούσα να πω. Πολλές φορές, όλοι μας έχουμε βρεθεί με φίλους και συγγενείς σε μια σύναξη, που αρχίζει αθώα κι ανυποψίαστα, για να κλιμακωθεί και να καταλήξει σε κάτι που, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να είναι από απλή κρίση στις σχέσεις μεταξύ μας έως τραγωδία αγιάτρευτη.
Μέσα στις σχέσεις των ανθρώπων πάντα βρίσκουν τρόπο να χώνονται και να κρύβονται μυστικά κι απωθημένα, υλικά εκρήξεων, που απλώς περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να βγουν στην επιφάνεια, να κάνουν το μπαμ. Ένας καταλύτης λείπει, μια αφορμή συχνά κρυμμένη σε κάτι ασήμαντο - μια λέξη ίσως, μια χειρονομία - κάτι, τέλος πάντων, που ερμηνεύεται ή παρερμηνεύεται με τρόπο τέτοιο, ώστε να δώσει το έναυσμα για απίστευτες αποκαλύψεις και συγκρούσεις. κι από κει και πέρα τον λόγο, το πάνω χέρι δεν τόχει πια η λογική, αλλά το θυμικό του καθενός, η ιδιοσυγκρασία του.
Μια τέτοια, σχεδόν ασήμαντη, κουβέντα την ώρα του τσιμπολογήματος είναι που κάνει τα γρανάζια του έργου να γυρίζουν και το μυαλό των συνδαιτυμόνων να αρχίσει να παίρνει λάθος στροφές. Όλοι ξαφνικά λένε τα λάθος πράγματα, κάνουν τις λάθος χειρονομίες. Λάθος, όχι γιατί είναι πραγματικά εσφαλμένα όλα όσα λένε, αλλά απλώς γιατί ξεπερνούν τα όρια της συμβατικής, της "ακίνδυνης" συζήτησης, της κοζερί, που έλεγαν οι παλιότεροι. Λάθος, γιατί οδηγούν σε αποκαλύψεις, σε αλήθειες άβολες. σε πράγματα, που δεν λέγονται για λόγους προστασίας και αυτοπροστασίας. Ποιός τα θέλει και ποιός τα αντέχει τα νερά τα αχαρτογράφητα; Ούτε καν οι πιο στενοί κι αγαπημένοι συγγενείς. Ούτε κι οι φίλοι οι κολλητοί, που πριν καλά-καλά καταλάβουν τι ξεστομίζουν, βλέπουν την κρίση μεταξύ τους να παίρνει διαστάσεις ανεξέλεγκτες. Κι αυτό το "Δείπνο", που ξεκινάει ως χαλαρή κομεντί, πάει να αγγίξει τα όρια της τραγωδίας - για να γυρίσει, όμως, πάλι σε κομεντί, καθώς όπου υπάρχουν πραγματικοί δεσμοί αγάπης μεταξύ των ανθρώπων εκεί κάποια στιγμή, την ύστατη, έστω, ώρα, έρχεται κι η αλληλοκατανόηση, για να εξισορροπήσει πάλι τα πράγματα.
Η δύναμη του θεατρικού κειμένου, αλλά και της διδασκαλίας, του Θανάση Χλιάρα έγκειται στο ότι (ξέρει να) κρατάει αυτή την ισορροπία. Δημιουργεί τους χαρακτήρες, τους βάζει λόγια στο στόμα, τους οδηγεί στην σύγκρουση, αλλά την κρίσιμη στιγμή, λίγο πριν ξεσκίσει τελειωτικά ο ένας τον άλλο, βάζει στο παιχνίδι την αλληλοκατανόηση και αφήνει σοφά τα ειλικρινή συναισθηματικά δεσμά να επικρατήσουν και να οδηγήσουν τις σχέσεις σε ήρεμα νερά πάλι.
Οι συνδαιτυμόνες αποκαθιστούν τους μεταξύ κώδικες επικοινωνίας και συμβίωσης - και φεύγει κι ο θεατής ανακουφισμένος - αλλά όλοι κι ο καθένας μόνος του κρατούν το κέρδος των αιχμηρών παρατηρήσεων, των καίριων σχολίων, που ανταλλάσσονται και βοηθούν στην ουσιαστικότερη γνωριμία με τον άλλο αλλά και στην ίδια την αυτογνωσία!
Οι ρυθμοί του έργου είναι εξαιρετικά γρήγοροι, οι ηθοποιοί εκφράζονται όχι μόνον με λόγια, αλλά και με χειρονομίες ή γκριμάτσες, που είναι αποτελεσματικές, χωρίς να είναι σπαστικές ή κλοουνίστικες.
Αεικίνητη, η Βασιλική Λιβιεράτου, στον ρόλο της οικοδέσποινας, Κας Γκαρόμπ, που δεν θέλει και δεν αφήνει τίποτε από τα διαδραματιζόμενα στο σαλόνι να της ξεφύγει, ενώ ταυτόχρονα πηγαινοέρχεται στην κουζίνα, για να περιποιηθεί τους καλεσμένους της. Της έχει ξεφύγει επί χρόνια, βέβαια, η βασική αλήθεια για την προσωπική ζωή του καλύτερού της φίλου, του απεγνωσμένου Μονσερί, αλλά αυτό ακριβώς είναι που δίνει και την ευκαιρία στον Μονσερί Πάνο Τσαλιγόπουλο να ξεγυμνώσει μπροστά μας την ψυχή και τις ανάγκες του του και σε μας να απολαύσουμε έναν μονόλογο de profundis.
Πειστικός intellectuel, ο Θανάσης Χλιάρας στον ρόλο του οικοδεσπότη, που βρίσκει την ευκαιρία να ξεσπαθώσει κατά του αθεράπευτου playboy Πατρίκ - του Θανάση Πατριαρχέα, ο οποίος επιδεικνύει ένα εξαιρετικό timing, για να αποδειχθεί, τελικά, ότι τους παίζει όλους μια χαρά. Όλους, εκτός ίσως από την έγκυο σύντροφό του, την λεπτεπίλεπτη Στεφανία Γκουρνέλου, που πείθει απολύτως για το ότι έχει τον τρόπο της να βγαίνει από πάνω και να κρατάει για λογαριασμό της τον έλεγχο και τον τελευταίο λόγο.Πάντα!
Σε ρόλο αφηγήτριας, η Λούλα Τριανταφύλλου εμφανίζεται όταν κι όπως πρέπει, για να βάλει τα πράγματα στην θέση τους δεόντως και να δώσει στον θεατή καίριες πληροφορίες για τους χαρακτήρες. Από την άλλη πλευρά, στον ρόλο της Ιζαμπέλ, η Σμαράγδα Γιαννίση κάνει μιαν εμφάνιση, που είναι υπεραρκετή για να βγάλει τον βουβό πόνο του κρυφού έρωτα.
Με λίγα λόγια, το "Δείπνο για πέντε", που θα παίζεται για δύο ακόμη εβδομάδες, Δευτέρα και Τρίτη, στο Life and Art Theater, συνιστάται ανεπιφύλακτα για ένα ευχάριστο, αλλά όχι αναγκαστικά και απροβλημάτιστο, δίωρο.