Τρίτη 27 Μαρτίου 2018

Από τις εσχατιές της Ελλάδας στο Ξέφωτο του Φαλήρου: THRAX PUNKC live


Κάτι σωστό κάνεις σίγουρα, όταν καταφέρνεις να κερδίσεις την προσοχή ενός μπόμπιρα, που αντί να παίζει μπάλα και να τρέχει πέρα-δώθε στην "αλάνα" του Πάρκου, καθηλώνεται και σ΄ακούει να παίζεις την μουσική, που ξέρεις από γεννησιμιού σου να παίζεις. Κι όταν η μουσική σου αυτή δεν είναι μουσική του συρμού, όταν τα κομμάτια δεν είν' απ' αυτά που θα βρεις στα play lists των ραδιοφώνων και των δισκογραφικών εταιρειών, αλλά, παρ' όλ' αυτά, ο μικρός φτάνει να ζητάει το κινητό του μπαμπά για να τραβήξει βίντεο, τότε μάλλον δεν πρόκειται πια για μιαν απλή καλλιτεχνική εκδήλωση, αλλά για μια γέφυρα, που στήνεται ανάμεσα στις γενιές, μιαν επικοινωνία, τόσο μυστηριώδη όσο και αδιαμεσολάβητη, του είδους, που ονομάζουμε συνοπτικά "παράδοση" και που αποτελεί μάρτυρα αδιάψευστο του κοινού γονιδιώματος και της συνέχειας μιας φυλής.
    





Ανήμερα της Εθνικής Εορτής, μεσημέρι της 25ης Μαρτίου του 2018, οι THRAΧ PUNKC, τριμελές συγκρότημα από νέα παιδιά, Θρακιώτες, κατέβηκαν στην Αθήνα για μια παράσταση στο Ξέφωτο  του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος "Σταύρος Νιάρχος", στο Φάληρο. Παίξανε, όπως παίζουν πάντα, τα τραγούδια και τις μουσικές της γης τους, επί ένα δίωρο χαρίζανε γενναιόδωρα στο κοινό τους ήχους, με τους οποίους μεγάλωσαν. Το πιθανότερο είναι πως ποτέ δεν τους διδάχθηκαν επίσημα, δεν χρειάστηκε. Γεννήθηκαν μ' αυτούς, διαμορφώθηκαν μ' αυτούς - και αυτούς τάχθηκαν να παραδώσουν στους επόμενους.
Ο Γιώργος Σταυρίδης, ο  Βαΐτσης Χαρακοπίδης και ο Πάνος Γκίνης συναντήθηκαν πάνω στις μουσικές των Θρακιώτικων γλεντιών, μουσικές γάμων και πανηγυριών, και τραβάνε πια τον κοινό τους δρόμο, "πειράζοντας" τα πατρογονικά ακούσματα με τρόπους, που παντρεύουν τον σεβασμό με την φρέσκια αισθητική της γενιάς τους, όπως παντρεύουν, χωρίς να ξενίζουν. το καβάλι, την γκάιντα, την λύρα και το νταούλι με την ηλεκτρική κιθάρα και τα πετάλια. Και υποστηρίζουν το πάντρεμα, που έχουν δουλέψει και προτείνουν, με μιαν εξαιρετική σκηνική παρουσία. Άλλοτε παθιασμένη και παθιάρικη, άλλοτε σεβαστική κι άλλοτε χιουμοριστική, ηλεκτρική και ηλεκτρισμένη, πάντα... 
  






Το ότι ξεσηκώνουν τον κόσμο, που αυθόρμητα κι αυτόματα ξεκινάει να κουνιέται και να χορεύει σε ρυθμούς αρχέγονους, μπορεί να είναι - και είναι - το πρώτο εμφανές αποτέλεσμα. Το σπουδαιότερο, ωστόσο, αποτέλεσμα είναι ότι κάνουν το καθήκον τους, ότι διεκπεραιώνουν έντιμα ένα από τα βασικά ζητούμενα, που σχετίζονται με την παράδοση: την αναλαμβάνουν από τους προηγούμενους, την επεξεργάζονται στο σήμερα και την προετοιμάζουν για την επόμενη γενιά. 
Σε όσους μπορεί να διατηρούν ενστάσεις για το "πείραγμα" της παράδοσης, δεν έχω παρά να πω ότι η παράδοση είναι πάντα ζώσα. Ζούσε πριν από μας και θα ζει και έπειτα από μας. Αλλάζει, μεταβάλλεται, προσαρμόζεται, εξελίσσεται, συνεχίζεται - αυτό σημαίνει "ζώσα".
Η κάθε γενιά βάζει μοιραία τους δικούς της τρόπους στο κληροδότημα, το δικό της φίλτρο, με βάση τα δικά της βιώματα, τις ανάγκες και τους κώδικες έκφρασης. Τα αρχέγονα, τα πρωτογενή, τα "αυθεντικά"  ακούσματα, που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν παράλληλα, δεν κινδυνεύουν όταν τα "πειράγματα" γίνονται με γνώση, με ένστικτο, με σεβασμό, με τιμιότητα και ειλικρίνεια προθέσεων.
Κι αν τελικά η ίδια η ζωή επικυρώνει το τελικό αποτέλεσμα, τότε αναμφίβολα οι THRAX PUNKC, που κάνουν ακριβώς αυτό, έχουν κερδίσει το στοίχημα. Το υπογράφω!     




























Η αναλυτική και λεπτομερής φωτογραφική αποτύπωση της συναυλίας βρίσκεται εδώ. 

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2018

Φυσάει μια πίκρα



Πήρε να φυσάει
Μια πίκρα
Απόψε
Και φοβάμαι
Μη μου πικράνει
Την μοναξιά

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

"Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ" του Κωνσταντίνου Τσιφτσή



Οι τέσσερις δεκαετίες από την εγκαθίδρυση του Μεταξικού καθεστώτος ώς τα γεγονότα του '65 και το πραξικόπημα του '67 είναι από τις πιο πλούσιες σε ιστορικά γεγονότα χρονικές περιόδους της Ελλάδας. Η προπαρασκευή για την Ιταλική επίθεση, η Κατοχή, ο Εμφύλιος, τα μετεμφυλιακά χρόνια και η προσπάθεια ανάταξης της κοινωνίας και της οικονομίας, οι πολιτικές ταραχές του 60, είναι τα κυριότερα κομβικά σημεία των 40 αυτών χρόνων και είναι λίγο πολύ όλα γνωστά.
Λιγότερο γνωστό, όμως, είναι το πώς όλος αυτός ο κυκεώνας επηρέασε την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, ποιές ήταν οι επιπτώσεις και οι επιπλοκές.
Στο μυθιστόρημα "Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ", ο Κωνσταντίνος Τσιφτσής καταπιάνεται με την πρώτη πάνω κάτω εικοσαετία της χρονικής αυτής περιόδου και παρακολουθεί από κοντά - κυριολεκτικά από μέσα - το πώς επηρεάσθηκε και εξελίχθηκε η ζωή κάποιων, που άθελά τους κι αναπάντεχα  βρέθηκαν στην δίνη των συνταρακτικών γεγονότων, αναμετρήθηκαν μαζί τους και επιβίωσαν. Με τραύματα, με κόπο και αγώνα καθημερινό, με πισωγυρίσματα, αλλά και με πίστη και πείσμα κόντρα στις αντίξοες συνθήκες.
Ο έρωτας μιας Γερμανίδας και ενός Έλληνα, που φουντώνει μέσα στις φλόγες του πολέμου, οι δυό διαφορετικές οικογένειες, η εποποιΊα της Αλνανίας και η Γερμανική επίθεση, ο γάμος του ζευγαριού, η επιβίωση στην διάρκεια της Κατοχής, τα μοιραία εμφυλιακά χρόνια, τα παιδιά τους μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, οι πολιτισμικές διαφορές, η προσπάθεια να σταθούν στα πόδια τους οι πρωταγωνιστές και οι δευτεραγωνιστές, τόσο στην διάρκεια του πολέμου όσο και μετά, συνθέτουν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και πολύχρωμο μωσαϊκό, που κρατάει τον αναγνώστη αιχμάλωτο από την πρώτη ώς την τελευταία σελίδα. Τα γεγονότα και την πλοκή έχει υφάνει η ίδια η ζωή, αλλά είναι η τοποθέτηση των ανθρώπων μέσα σε αυτά από τον συγγραφέα, είναι η συναρπαστικά γοργή και γλαφυρή αφήγηση, που ζωντανεύει το κονταροχτύπημά τους με την ίδια την μεγάλη ιστορία και εκτείνεται χορταστικά σε περισσότερες από 460 σελίδες.
Οι λεπτομερειακές περιγραφές τόπων, καταστάσεων και, κυρίως, ψυχοσυνθέσεων ενισχύουν την εντύπωση ότι ο συγγραφέας σε κάποιο βαθμό αυτοβιογραφείται, πράγμα, που αυξάνει τον ενδιαφέρον του αναγνώστη, καθώς αντιλαμβάνεται ότι δεν παρακολουθεί φανταστικά πρόσωπα και φανταστικές ζωές ούτε ωραιοποιημένες ή δραματοποιημένες στιγμές. Δεν θα βρεθεί την κρίσιμη ώρα ένας από μηχανής θεός, που θα αποκαταστήσει την ιδανική τάξη, σώζοντας τους αθώους και τιμωρώντας τους άδικους και τους κακούς. Εδώ παλεύουν και σπαρταράνε άνθρωποι αληθινοί, πλασμένοι από χώμα και δάκρυα, πικρό πηλό, που ψήνεται στον ήλιο αδιάκοπα για ν' αντέξει σ' όσο πιο πολλές δοκιμασίες γίνεται.
Δεν είναι ουσιαστικά ξεχωριστοί οι χαρακτήρες του Τσιφτσή, αλλά ξεχωριστούς τους κάνουν αναγκαστικά τα γεγονότα γύρω τους, κοντά τους. Ξεχωριστούς τους κάνει η σκληρότητα των άλλων, που την αντιμάχονται για να προχωρήσουν. Με αυτή την κατανόηση για τα όριά τους, τους προσεγγίζει η γραφή του Τσιφτσή και καταφέρνει να γεννήσει στον αναγνώστη την ενσυναίσθηση και την αγωνία ακόμα για το αν και πώς θα ανταπεξέλθουν στις δοκιμασίες και στα απρόσμενα. Έχει πολλές ανατροπές η ζωή τους, ανατροπές, που περνούν στο λευκό χαρτί, μέσα από μιαν αφήγηση, που διαπνέεται από έντονο  συναίσθημα. Στην ίδια αφήγηση, όμως, βρίσκεται χώρος για οξυδερκείς παρατηρήσεις και κρίσεις του συγγραφέα, για λαϊκή σοφία από αυτήν που αφθονεί στην Ελληνική επαρχία, για χιούμορ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι όχι λίγες σελίδες με τις σχεδόν κινηματογραφικές περιγραφές μεγάλων ιστορικών γεγονότων, που σημάδεψαν τον πόλεμο και την εξέλιξή του, την Ευρώπη και, τελικά, την ίδια την μοίρα πάμπολλων ανθρώπων. Οι αναφορές σε τέτοια γεγονότα έχουν συχνά στα βιβλία έναν στεγνό, εγκυκλοπαιδικό, χαρακτήρα, και ξεχνάμε ότι μέσα σε αυτά εγκλωβίσθηκαν άνθρωποι. Πραγματικοί άνθρωποι, με πραγματικές ζωές, άνθρωποι με μανάδες και πατεράδες, άνθρωποι με παιδιά και αδέλφια, άνθρωποι, που πήγαιναν στην δουλειά τους ή να δουν ένα φίλο - και δεν έφτασαν ποτέ.
Ο Τσιφτσής, όμως, στον "ΧΕΙΜΩΝΑ" του βλέπει και περιγράφει γεγονότα, όπως ο βομβαρδισμός της Δρέσδης, π.χ.,  από την οπτική γωνία αυτών ακριβώς των ανθρώπων, που είτε τυχαία είτε από συνειδητή επιλογή βρέθηκαν στον πυρήνα τους. Το μυθιστόρημά του αποκτά έτσι έναν ακόμη πόλο έλξης, αλλά, το κυριότερο, μας βοηθάει να εννοήσουμε εις βάθος σε τι καμίνι ψήθηκαν οι άνδρες και οι γυναίκες, που μετά τον πόλεμο, πήρανε στους ώμους τους το βαρύ καθήκον να στήσουν στα πόδια τους οικογένειες, κοινότητες, δουλειές, όλον τον καινούριο κόσμο, πάνω σε αρχές και αξίες με άλλης ποιότητας υπόβαθρο και αντοχή. 
Με λίγα λόγια, μέσα από τις σελίδες του "ΧΕΙΜΩΝΑ" ξεπηδάει μια εκτεταμένη τοιχογραφία, που φωτίζει πολύ ανθρώπινα δυό διαφορετικές χώρες, την Ελλάδα και την Γερμανία, και τρεις γενιές, μιαν ήδη διαμορφωμένη με την έναρξη του πολέμου, μια που διαμορφώθηκε στα χρόνια του πολέμου, και την επόμενη. Ο συγγραφέας δείχνει να γνωρίζει πολύ καλά τις δύο διαφορετικές εθνικές κουλτούρες ζωής και σκέψης, στην διασταύρωση των οποίων συναντώνται και δρουν οι ήρωές του. Το ίδιο καλά και με χαρακτηριστική διεισδυτικότητα δείχνει να συνομιλεί με τις τρεις γενιές, που τον απασχολούν. Τόσο καλά, ώστε χωρίς αμφιβολία, στο τέλος του βιβλίου δεν μπορεί παρά να έχουν νομοτελειακά τελειώσει όλοι οι χειμώνες μέσα του και μέσα μας και να καλοκαιριάζει οριστικά!

Σημείωση: Το βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσιφτσή "Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ" κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις "ΜΕΘΕΞΙΣ", Κεραμοπούλου 5, Θεσσαλονίκη,  info@metheksis.gr

Για τον Χρήστο Πασαλάρη δυό λόγια οφειλόμενα




Από την περασμένη εβδομάδα, ο κόσμος της Ελληνικής δημοσιογραφίας και της δημόσιας ζωής είναι αναντίρρητα φτωχότερος. Φεύγοντας από την ζωή, ο Χρήστος Πασαλάρης, "γείτονας" στο Παλαιό Φάληρο και, το κυριότερο, αναγνωρισμένος δάσκαλος της δημοσιογραφίας, άφησε ένα κενό δυσαναπλήρωτο. 
Παρατηρώντας εδώ και πολλά χρόνια την συνολική του πορεία, θαρρώ πως η πιο ακριβοδίκαιη και πιθανότατα η πιο τιμητική για τον ίδιο κρίση ήταν ο χαρακτηρισμός του ως δάσκαλου, ακόμη και Πρύτανη της Ελληνικής δημοσιογραφίας. Ίσως κάνω λάθος, αλλά, δεν θυμάμαι κάποια προσωπική του δημοσιογραφική του επιτυχία. Θυμάμαι, όμως, πολύ καλά το ότι από τα χέρια του αναδείχθηκαν φουρνιές και φουρνιές σπουδαίων ρεπόρτερς, δημοσιογράφων και αρθρογράφων, όπως ο Γιώργος Λιάνης, ο Νίκος Μαστοράκης, ο Φρέντυ Γερμανός, ο Νίκος Χατζηνικολάου και άλλοι ων ουκ έστιν αριθμός, θυμάμαι πως πέρασε από το σύνολο σχεδόν των Ελληνικών εφημερίδων, όπου καταξιώθηκε σε διευθυντικές θέσεις, θυμάμαι, πρωτίστως, την πατριδολατρεία του, την βαθειά γνώση της Ελληνικής ιστορίας, τους χαμηλούς τόνους και την μετριοπάθεια των άρθρων του, την διαρκή έκκληση για συναίνεση των πολιτικών και κοινωνκών δυνάμεων, την αισιοδοξία του για το μέλλον της χώρας, μέσα στις πιο σκοτεινές της ώρες. 
Το τελευταίο του βιβλίο, διόλου συμπτωματικά, έφερε τον τίτλο "ΚΑΘΕ ΠΑΛΙΟ ΝΑ ΣΒΗΣΤΕΙ" και παρουσιάστηκε επίσημα στον πολυχώρο πολιτισμού του Δημαρχείου Π. Φαλήρου την 10/1/2015, μόλις λίγες μέρες πριν από τις Εκλογές, που θα έφερναν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Από την εκδήλωση αυτή προέρχεται και η φωτογραφία, όπου ο αείμνηστος Χρήστος Πασαλάρης εικονίζεται με τον Νίκο Χατζηνικολάου και τον οικοδεσπότη Δήμαρχο Π. Φαλήρου, κ. Διον. Χατζιδάκη, δεξιά. 
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό ήταν ότι όλες οι δημοσιογραφικές γενιές, ο χώρος του πολιτισμού και όλες οι πολιτικές παρατάξεις, στην κορύφωση του προεκλογικού αγώνα τότε, έσπευσαν να τιμήσουν τον παλαίμαχο, αλλά πάντα ενεργό, δημοσιογράφο, με εξέχοντες εκπροσώπους τους. Τρεις Πρόεδροι Βουλής, οι κκ. Κακλαμάνης, Σιούφας και Μεϊμαράκης ήταν εκεί, όπως και ο μετ' ολίγον Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Παυλόπουλος, η Κα Κατερίνα Παναγοπούλου, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και ο Μίμης Πλέσσας με την σύζυγό του, ο Β. Βασιλικός, η Σοφία Βούλτεψη και ο Γιώργος Λιάνης και άλλοι πολλοί. 
Ο Χρήστος Πασαλάρης άφησε σίγουρα το στίγμα του στον χώρο, τον οποίο υπηρέτησε. Ελπίζω μόνον να άφησε και το μετριοπαθές πνεύμα της γραφίδας του στον δημόσιο λόγο και να μην το πήρε οριστικά μαζί του...

Υ.Γ.: Η κηδεία του Χρήστου Πασαλάρη θα γίνει την Τετάρτη, 14 Μαρτίου, στις 2 μμ, στην Παναγίτσα του Παλ. Φαλήρου.  

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018

"Είσαστε όλοι σας καθάρματα" - του Rodrigo Garcia


Ο Rodrigo Garcia, ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους σύγχρονους θεατρανθρώπους - όπως συνήθως αποκαλούμε συμβατικά τους πιο τολμηρούς και αιχμηρούς καλλιτέχνες - γεννήθηκε, γιος κρεοπώλη, στην Αργεντινή το 1964, αλλά ήδη, πολύ νεαρός, το 1986, αποφάσισε να μετοικήσει στην Ισπανία, για να καλλιεργήσει το πάθος του, το θέατρο, σε περιβάλλον πολύ πιο ευνοϊκό. Ίδρυσε το "Teatro La Carniceria" ("Θέατρο Κρεοπωλείο") και προχώρησε στην υλοποίηση των πιο προχωρημένων δραματουργικών και σκηνοθετικών του οραμάτων, κερδίζοντας την προσοχή του Ευρωπαϊκού κοινού. 



  O πρωτότυπος τίτλος του έργου "Είσαστε όλοι σας καθάρματα", "Todos vosotros sois hijos de puta" ("Είστε όλοι σας που...νας γιοι"), είναι καταφανώς τολμηρότερος της Ελληνικής του απόδοσης και προετοιμάζει χωρίς προσχήματα και ευφημισμούς τον θεατή για τα χαστούκια, που του επιφυλάσσει η παράσταση. Χαστούκια φραστικά για τον θεατή, αλλά όχι και για τους πρωταγωνιστές του έργου, όπου το χαστούκι αποτελεί έναν από τους δύο κύριους πόλους του κειμένου. Το δίπολο συμπληρώνεται με το φιλί, που λειτουργεί αντιστικτικά, εμβάλλοντάς μας στον προβληματισμό μήπως και πρόκειται για δύο όψεις του ίδιου νομίσματος...   

"Ένα φιλί μπορεί να είναι ένας τόπος, όπου κοιμάσαι στα ζεστά, όπου νοιώθεις προστατευμένος, όπου διεγείρεσαι σεξουαλικά.
Ένα χτύπημα μπορεί να είναι η αρχή της οργής ή της ενοχής. Μπροστά στα χτυπήματα μεγαλώνει κανείς ή μικραίνει.

Ή το ανάποδο εντελώς:

Ένα χτύπημα μπορεί να είναι ένας τόπος όπου κοιμάσαι στα ζεστά, όπου νιώθεις προστατευμένος, όπου διεγείρεσαι σεξουαλικά.
Ένα φιλί μπορεί να είναι η αρχή της οργής ή της ενοχής. Μπροστά στα φιλιά μεγαλώνει κανείς ή μικραίνει."

Το θεατρικό κείμενο του Garcia δεν ακολουθεί τις κλασικές συμβάσεις του θεατρικού έργου, με Πράξεις, πλοκή, αρχή, μέση και τέλος, με εκκρεμότητες, που περιμένουν να αρθούν, και πάθη, που εξελίσσονται γραμμικά, μέχρι να επέλθει "δι' ελέου και φόβου η των τοιούτων παθημάτων κάθαρσις".  Υπάρχει, όμως, ο έλεος και ο φόβος. Υπάρχει ο πόνος και το δέος, που προκαλούνται σε μας, καθώς παρακολουθούμε τους πρωταγωνιστές να εκφέρουν τον θεατρικό λόγο, απευθυνόμενοι όχι τόσο ο ένας στον άλλο, όπως επιτάσσουν οι θεατρικές συμβάσεις, αλλά πιο πολύ κατ' ευθείαν σε μας, στους θεατές. Δεν είναι, άλλωστε, λίγες, οι φορές, που οι ηθοποιοί μας κοιτούν στα μάτια με τρόπο έντονο, με βλέμμα διεισδυτικό, εντυπώνοντας με τον πιο επώδυνο τρόπο ότι για μας μιλούν, για την ζωή και τους τρόπους μας, για τις συμπεριφορές, τις αρχές, τις αξίες, που έχουμε συνειδητά ή ασυναίσθητα υιοθετήσει. 
Το έργο εξελίσσεται μέσα από μια σειρά γοργά εναλλασσόμενων σκηνών, μικρών επεισοδίων, που μοιάζουν με εξομολογητικές εγγραφές ημερολογίου, προβληματισμούς και μαθήματα εις εαυτόν. Αυτός ο εαυτός, όμως, είναι πολύ ίδιος με τον δικό μας. Αν όχι σε όλες, ασφαλώς σε πολλές από τις σύντομες αυτές σκηνές ανακαλύπτουμε - ή, μήπως, αποκαλύπτουμε; - αβίαστα τον εαυτό μας, τον χαρακτήρα μας, κάτι, που είπαμε, που κάναμε, που σκεφθήκαμε, κάτι, που τώρα συνειδητοποιούμε ότι δεν μας τιμά ή που δεν ήταν επαρκές, ίσως ούτε καν ανθρώπινο, ως δράση ή αντίδραση.

"Στις μεζονέτες γίνονται πιο αποτρόπαιες πράξεις από ότι στις παραγκουπόλεις, επειδή εκεί απλά υπάρχει ο προϋπολογισμός".

Ο Garcia, έχοντας μεγαλώσει στο Buenos Aires, έχοντας περάσει από ένα σωρό "ταπεινά" επαγγέλματα, με πρώτο αυτό του κρεοπώλη, ξέρει από παραγκουπόλεις, ξέρει από ανέχεια, ξέρει κι από ακρότητες. 'Εχοντας, ωστόσο, βιώσει συνειδητά το μεταίχμιο ανάμεσα στον 20ο και στον 21ο αιώνα, γνωρίζει ότι τα απώτατα όρια των ακροτήτων, τα απώτατα όρια της υποκρισίας, ακόμη και αυτής τούτης της βίας, δεν απαντώνται τόσο στα κατώτερα στρώματα όσο στα ανώτερα, τα οποία πολύ συχνά δίνουν τον τόνο στις σύγχρονες κοινωνίες. Καρπός κοινωνικοπολιτικής παρατήρησης, το "Είσαστε όλοι σας καθάρματα", δεν είναι τελικά παρά ένας καθρέφτης, τον οποίο ο Garcia στρέφει ανελέητα προς την πλευρά μας, μήπως και μπούμε στον κόπο να διακρίνουμε καθαρά τον εαυτό μας. 

Η καλλιτεχνική Ομάδα της σκηνοθέτιδος Νάνσυ Ρηγοπούλου είχε την τόλμη να πάρει από τα χέρια του δραματουργού τον καθρέφτη αυτό και να μας καλέσει χθες, 4 Μαρτίου, και κάθε Κυριακή ώς το Πάσχα στον "Χώρο Τέχνης Ασωμάτων" να καθρεφτιζόμαστε. 



   
Δεν ήταν εύκολο το εγχείρημα, αλλά, κρίνοντας από το σκηνικό αποτέλεσμα, η Ρηγοπούλου διευκολύνθηκε και από την δυάδα των ηθοποιών, τον Γιάννη Ντάσιο και την Σεβαστή Αϊβαζίδου, που μοιράσθηκαν το όραμά της και έβαλαν πλάτη - ή, καλύτερα, έβαλαν, διέθεσαν, όλο τους το σώμα κι όχι μονάχα τον λόγο τους για να κοινωνήσει ο θεατής των μηνυμάτων και των ιδεών του Garcia. Η σκηνοθεσία απαίτησε από τους ηθοποιούς απόλυτη ακρίβεια στο timing του λόγου τους, απαίτησε σε αρκετές στιγμές σύγχρονη εκφορά λόγου, απαίτησε, ενδεχομένως κατά κύριο λόγο, σωματικές ερμηνείες. Οι ηθοποιοί παίζουν με χέρια και με πόδια, παίζουν με κινήσεις του κεφαλιού και του λαιμού, με όλα τους τα μέλη. Παίζουν με ακρίβεια κινήσεων και με νόημα κινήσεων. Αλλά και με μια πλαστικότητα, που στον βαθμό που αγγίζει τα όρια του χορού, μπορούμε πια να μιλάμε για συνδυασμό σκηνοθετικής και χορογραφικής προσέγγισης, που κρύβει πολλούς μήνες προετοιμασίας πίσω της.
Ο Γιάννης Ντάσιος και η Σεβαστή Αϊβαζίδου ανταποκρίνονται στα ζητούμενα με αξιοθαύμαστη επάρκεια. Επί 70 και πλέον λεπτά ξοδεύονται στην σκηνή χωρίς ανάσα, εξουθενώνονται χωρίς ανάπαυλα, χωρίς στιγμές σιωπής και ανάκτησης δυνάμεων. Αεικίνητοι, διατρέχουν το σανίδι οριζοντίως, καθέτως και διαγωνίως, λουσμένοι σε τόσο φως, ώστε να μην κρύβεται καμμιά ατέλεια, καμμιά λεπτομέρεια.
Οι φλέβες τους πάλλονται, τα σώματα τους συντονίζονται μεταξύ τους, καθώς και με τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου. Η ροή των ιδεών του Garcia και των υλοποιήσεων της Ρηγοπούλου διαπερνά το είναι τους, γίνεται ροή λόγου και κινήσεων σε θαυμαστή και αποτελεσματική αρμονία. Όταν πλησιάζουν τους θεατές, είναι τέτοια και τόση η ένταση του βλέμματος και του λόγου,ώστε μάταια πασχίζουμε να αποφύγουμε το κάρφωμα. Μιλάνε για μας και μιλάνε σε μας, κατάμουτρα, χωρίς ωραιοποιήσεις και υπεκφυγές, χωρίς προσχήματα και συμβατικότητες. Το ξέρουμε, το καταλαβαίνουμε... Και σκύβουμε το κεφάλι... Αλλά η αλήθεια είναι εκεί, μπροστά μας και πολύ κοντά μας!


 Η τέχνη, η κάθε τέχνη, μπορεί να έχει, πολλές μαγικές στιγμές. Μια από αυτές είναι όταν, βλέποντας ή ακούγοντας ένα έργο τέχνης, καταλαβαίνεις ή νοιώθεις ότι σε αφορά προσωπικά, ότι μιλάει για σένα, για δικά σου βιώματα και εμπειρίες. Μερικές φορές αυτό είναι δυνητικά "ενοχλητικό", ίσως και "οδυνηρό", γιατί μοιάζει να παραβιάζει την προσωπική σου σφαίρα, αλλά δεν παύει ποτέ να είναι μεγαλειώδες. Το μονοπάτι προς την συνειδητοποίηση και την αυτογνωσία δεν ήταν ποτέ εύκολο και δεν θα γίνει τώρα. Αλλά, τουλάχιστον ο Garcia, βοηθούμενος εδώ από όλη την  Ομάδα της Νάνσυ Ρηγοπούλου και δραστικά από το ντουέτο Ντάσιου-Αϊβαζίδου, ρίχνουν άπλετο φως στον δρόμο. Τα υπόλοιπα είναι δική μας δουλειά και ευθύνη...
Δείτε την παράσταση και θα δείτε!



                    
        
     
 
GreekBloggers.com