Όλα τα πράγματα έχουν το άλλο τους, το αντίθετο, το αντίπερα, το απέναντι.
Κι όλα τα πράγματα, στο βάθος, ένα είναι. Κομμάτι του ενός, του ίδιου συνόλου. Κομμάτι του ενός και μόνου κόσμου. Του κόσμου γύρω, που σε κάποιους τυχερούς κι άξιους ενώνεται και με τον κόσμο μέσα τους και γίνεται τότε απολύτως ακέραιο το όλον.
Τέτοιο το σύμπαν γύρω μας. Ένα όλα. Κι εμείς πλευρές του, όχθες. Όχθες διαφορετικές, όχθες άλλες, όχθες αντίπερα.
Όχθες της θάλασσας, στην περίπτωσή μας - της ίδιας, όμως, θάλασσας. Όχθες του Αιγαίου οι Έλληνες, όλοι οι Έλληνες.
Ακόμη κι εκείνοι που βρέχονται από άλλες θάλασσες - ναι, ακόμη κι αυτοί - το νοιώθουν το Αιγαίο να παντρεύεται μέσα στις φλέβες τους με την δική τους θάλασσα. Αλλά κι οι άλλοι, οι περίκλειστοι στα βουνά, το μυρίζουν και το γεύονται στον αγέρα τους, το θωπεύουν με τον νου, το σιγοτραγουδούν.
Έχει όχθες πολλές το Αρχιπέλαγος, έχει άλλοτε γυαλούς γλυκούς σαν αγκαλιές γυναικών κι άλλοτε βράχους καμωμένους μοναχά για τους ανδρείους και τους ικανούς.
Η θάλασσα, όμως, είναι μία κι ίδια, που όλα τούτα τα φέρνει κοντά, τα ενώνει, τα κάνει ένα - λίκνο κοινό, λίκνο ενιαίο με χαρές και λύπες, με καημούς και όνειρα, με έρωτες και με προσδοκίες και μ' όλα εκείνα, που κάνουν τον άνθρωπο άνθρωπο, που τον εξανθρωπίζουν και περνάνε το ίχνος του από γενιά σε γενιά.
Με κύματα, που από την μία όχθη ξεκινούν και στην άλλη φτάνουν πότε με γλυκό παφλασμό πότε με μανιασμένο αφρό, έτσι κοινωνούν μεταξύ τους τα νησιά, έτσι οι άνθρωποι, έτσι οι γενιές. Με κύματα, που πάνω τους κουβαλούν μια μουσική, έναν χορό, ένα τραγούδι.
Σε μια τέτοιαν όχθη, την "Άλλη Όχθη", που κάπως σαν απροσδόκητα βρίσκεται στα στενάκια του Νέου Κόσμου της Αθήνας, σκάνε τακτικά τέτοια κύματα και έτσι ήταν πούκλεισε η περασμένη χρονιά: με δυό βραδυές, 29 και 30 Δεκεμβρίου, πλημμυρισμένες με ήχους από σαμπούνες και τουμπάκια του Αιγαίου, με ήχους από λύρες και λαγούτα και ήχους από φωνές ανθρώπων, τραγούδια, που φέρανε την αύρα της θάλασσας στο κατώφλι της πρωτεύουσας.
Από την Πάρο ο Νίκος Τσαντάνης στην σαμπούνα κι ο Βαγγέλης Σκιαδάς στο τουμπάκι. Έπαιξαν με συντονισμό συγγενικό και εσωτερική ευγένεια ολοφάνερη, αρχοντική στην έκφρασή της.
Ακολούθησε ο Χαρίτων Χαριτωνίδης παίρνοντας στην αγκαλιά του μιαν εξαδέλφη της σαμπούνας, την γκάιντα...
Ήρθε, κατόπιν, η σειρά του Χάρη Σαρρή και της λύρας του... Τον είχα δει να μετέχει μονάχα ως παρουσιαστής αλλά και διονυσιακά ενεργός ακροατής - θεατής στην Σύναξη του "Μουσείου Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων", το περασμένο Καλοκαίρι. Τώρα, όμως, έπαιξε κι ο ίδιος με συγκέντρωση ορατή και διά γυμνού οφθαλμού και ξεσήκωσε το κοινό, όπως κι όσο τον ξεσηκώνουν και τον ίδιο οι ρυθμοί του Αρχιπελάγους παιγμένοι από άλλους.
Τον Χάρη Σαρρή συνόδευσε το γνωστό μας τύμπανο και ο δεξιοτέχνης Σπύρος Καούρης στην σαμπούνα, αλλά και στο τραγούδι.
Στην συνέχεια, ανέβηκε πάλι στην σκηνή ο Βαγγέλης Σκιαδάς...
...με το τουμπάκι του για να συμμετάσχει με την χαρακτηριστική του σεμνότητα στο φινάλε της πρώτης βραδυάς, Γι' αυτό το σπουδαίο φινάλε, ήταν εκεί ένας άνθρωπος μαγικός, ο Φραγκίσκος Τζιωτάκης από την Κύθνο.
Έχω ακούσει κάποιους να τον αποκαλούν Πατριάρχη της σαμπούνας. Για μένα, έτσι όπως τον έχω γνωρίσει και παρακολουθήσει από κοντά στο "Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή", τον Σεπτέμβριο, στην "Μέρα Δρόμου", τον Οκτώβριο, και στην "Άλλη Όχθη" τώρα, ο αειθαλής αυτός σαμπουνοπαίκτης είναι Πατριάρχης σε πολλά περισσότερα: πάντα πρώτος και καλύτερος και στο τουμπάκι, και στο τραγούδι, και στον χορό και στα χωρατά επί σκηνής.
Στο τραγούδι, τον εξαιρετικό και ακούραστο σαμπουνιέρη βοήθησε αυτή την φορά και ο Νίκος Τσαντάνης...
Η δεύτερη βραδυά στην "Άλλη Όχθη" άνοιξε με έναν παλιό γνώριμο, τον πολυτάλαντο κι αφοσιωμένο Περικλή Σχινά.
Ένα πράγμα, που πάντα μου μένει ως γενική εντύπωση από το παίξιμο του Περικλή Σχινά είναι το πάθος, το οποίο βγάζει. Πάθος, που έρχεται σε έντονη αντίθεση με το ασκητικό του παρουσιαστικό. Ο παράξενος αυτός συνδυασμός αποκαλύπτει για μένα την ειλικρίνεια και το βάθος της προσέγγισης του μουσικού μας αυτού και ευνοεί την άμεση μέθεξη του ακροατή - θεατή. Τον πάει απ' ευθείας σε νησιά και σε ρίζες κοινές, τον ακουμπάει απαλά σε μια γενέθλια γη για να τον ξεσηκώσει αμέσως μετά, να τον πετάξει ψηλά στον αέρα, να τον ταξιδέψει πάλι πάνω στα νερά.
Ένα ιδιαίτερο, νομίζω, χαρακτηριστικό των νεώτερων, κυρίως, παραδοσιακών μας μουσικών είναι το ότι εξηγούν συχνά στο κοινό τι κάνουν, τι προσπαθούν, τι βρήκαν. Ο Περικλής Σχινάς είναι οπωσδήποτε μια τέτοια περίπτωση μουσικού, που προσπαθεί πάντα να εξηγεί...
Εδώ, λοιπόν, πριν αρχίσει να παίζει, μιλάει γι' αυτήν την αυτοσχέδια, καθώς φαίνεται, απλή λύρα, ηλικίας άνω των 100 ετών, με την χρονολογία της χαραγμένη στο σώμα του οργάνου.
Ο Κώστας Παπαχριστοδούλου από την Σάμο, άλλος ακούραστος σαμπουνιέρης κι αυτός, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. σε όσους παρακολουθούν τον χώρη της βησιώτικής μουσικής. Παίζει πάντα και τραγουδάει ταυτόχρονα με μιαν ιδιαίτερη ένταση. Απολαμβάνω πάντα το τραγούδι του για μια κοπέλα 12 χρόνων, που αγαπάει - και δεν παύω να αναρωτιέμαι αν τέτοιες "τολμηρές" δηλώσεις έχουν αντίστοιχο και στην στιχουργική των στεριανών τραγουδιών μας. Θεωρώ, πάντως, έτσι κι αλλιώς το νησιώτικο τραγούδι πιο κοσμοπολίτικο και πιο προχωρημένο στιχουργικά.
Άφησα για το τέλος δυό νεαρά παιδιά από την Μύκονο. Ο Γιάννης Ασημομύτης "Ρήγας" είναι, πέρα από προσωπικός φίλος και εξαιρετικό παιδί, σπουδαίος σαμπουνιέρης και όχι απλώς ελπίδα αλλά απόλυτη βεβαιότητα για το εξασφαλισμένο μέλλον του οργάνου αυτού, για το πέρασμά του σε επόμενες γενιές.
Παρατηρώντας το παίξιμο του "Ρήγα", αποκομίζω την αίσθηση ότι το χαρακτηρίζει μια ηρεμία, μια έλλειψη άγχους. Ο "Ρήγας" δείχνει απολύτως συγκεντρωμένος, απορροφημένος από το παίξιμο και σίγουρος για τον εαυτό του στην σαμπούνα και βέβαιος για το άρτιο μουσικό αποτέλεσμα. Ειδικά στην παράσταση της "Άλλης Όχθης", ήταν εντυπωσιακό το πώς κατάφερε να ξεσηκώσει τον κόσμο, ενώ ο ίδιος σαν να διατηρούσε ένα είδος ηρεμίας, μια κυριαρχία πάνω στην σαμπούνα που μεταφραζόταν σε αυτοκυριαρχία και του έδωσε την δυνατότητα να παίζει και να τραγουδάει επί περίπου 40 λεπτά συνεχώς χωρίς διακοπή, χωρίς καν ανάσα μεταξύ των κομματιών.
Ζυγιά του Ρήγα εκείνο το βράδυ ο Θανάσης Στάθης, με το τουμπάκι του. Από την Μύκονο κι αυτός, αλλά δεν είχε τύχει να τον ακούσω προηγουμένως. Σεμνός και συγκεντρωμένος ολόκληρος πάνω στον "Ρήγα" και στο παίξιμό του, ώστε να μπορεί να τον συνοδεύσει στον ρυθμό, δίχως κενό και λάθη. Δείχνοντας κι ο ίδιος όμοια αυτοκυριαρχία και ηρεμία, αποτέλεσε ιδανική ζυγιά με τον "Ρήγα".
Θα κλείσω την ανάρτηση αυτή, λέγοντας μόνον ότι, ανεξάρτητα από την τιμή, που οφείλουμε σ' όλους τους παλιούς μουσικούς, χρειάζεται να σταθούμε ιδιαίτερα σ' όλα αυτά τα νέα παιδιά, που έχουν πιάσει το νήμα από την άκρη, που κρατούν ακόμη οι παλιοί, και συνεχίζουν την παράδοση. Πηγαίνοντας κόντρα στα γούστα και στις τάσεις της γενιάς τους, έχουν αφιερωθεί στα παραδοσιακά μουσικά όργανα κι έχουν διασφαλίσει έτσι ότι η νησιώτικη μουσική μας παράδοση θα διασωθεί για αρκετά χρόνια ακόμη, θα μπορέσει να περάσει χάρις στα παιδιά αυτά στις επόμενες 2-3 γενιές.
Είναι τεράστιος ο πλούτος, που σώζεται μέσα στην μουσική αυτή. Είναι η ίδια η ζωή και η ιστορική συνέχεια του Αιγαίου, όπως πολύ εύκολα θα μας διαβεβαιώσουν όσοι κατάγονται από νησιά και ξέρουν, βιώνουν, την διαχρονική καθημερινότητα των νησιωτών.
Πέρα από αυτά, ωστόσο, η στήριξη, που παρέχουν το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων και το Σωματείο των Φίλων του Μουσείου, είναι καθοριστική για την διάσωση και την διάδοση του ζώντος αυτού κομματιού του Ελληνικού πολιτισμού.
Οι επίσημες και ανεπίσημες τσαμπουνοσυνάξεις καθώς και οι ανάλογες Παγκυκλαδικές συναντήσεις είναι πρώτ' απ' όλα ευκαιρία για να ανταλλαγούν εμπειρίες, τρόποι, βιώματα μουσικά. Τα μουσικά ιδιώματα μπορεί να σώζονται στα Μουσεία, επιβιώνουν, όμως, κι εξελίσσονται όχι στις προθήκες και στα ράφια αλλά στην πραγματική ζωή, στις κοινωνικές συναθροίσεις και στα πανηγύρια των νησιών - ή, έστω, σε μερικά μέρη, που γίνονται για λίγο νησιά, όπως η "Άλλη Όχθη" εκείνα τα δύο Δεκεμβριάτικα βράδυα.
5 σχόλια:
Γιάννη, για μένα η βραδιά στην Άλλη Όχθη για την οποία τυχαία άκουσα ήταν από τα πράγματα που με σημάδεψαν τη χρονιά που έφυγε.
Και δεν ήταν μόνο οι οργανοπαίκτες. Κυρίως ήταν ο χώρος, η λειτουργία μιας τέτοιας μουσικής σκηνής που δίνει βήμα στην παράδοση.
Χαίρομαι που αυτό το βήμα δεν είναι πια μετέωρο, υπάρχουν ψυχές που το δυναμώνουν και πραγματικά χαίρομαι που υπάρχουν οι άνθρωποι πίσω από την Άλλη Όχθη!
Δημήτρη, ένα από τα πιο καθοριστικά γεγονότα της προηγούμενης χρονιάς συνολικά ήταν ακριβώς αυτή η σταθερή επαφή μου με την νησιώτικη μουσική παράδοση. Έγινε ξαφνικά, απρόσμενα και συνεχίσθηκε σ' όλη την χρονιά, μου γνώρισε πέρα από την μουσική και τους ανθρώπους της, μου γέννησε συγκινήσεις και χαρές, μ' αποκορύφωμα εκείνη την βραδυά της 30/12 πούμασταν εκεί μαζί...
Ευλογημένοι ήμασταν κι οι δυό!
οι φωτογραφιες ειναι εκπληκτικες για αλλη μια φορα, η περιγραφη σου ειναι τοσο γοητευτικη και εχεις τοσο δικιο για την παραδοση και την δυναμη που εχουν μεσα αυτοι οι ηχοι που οχι δε μονο δε χανονται αλλα περνανε απο γενια σε γενια ετσι αυτοματα, στο dna , καμμια μουσικη των καιρων και κανενα ρευμα δε μπορει να εκμηδενισει αυτη τη παραδοση, οσο υπαρχει ο ουρανος ο ελληνικος, ο ηλιος και η ελληνικη αρμυρα και τ αγιαζι.
Μολις γυρισα απο ενα νησι κι οπως καταλαβες ειμαι ντοπαρισμενος
εξαιρετικες οι φωτογραφίες Γιάννη!!!!
Εξαιρετικό το αφιέρωμα σου Γιάννη μου και για την οπτική προσέγγιση δε θα πω τίποτε, είναι μαγική!!
Απλά τα σέβη μου καλέ μου φίλε:))
Δημοσίευση σχολίου