Δεν ξέρω πώς γίνεται, αλλά ήδη από την εποχή του Μεγάλου Μάγιστρου των απανταχού λουστράκων, του κατά κόσμον Βασιλάκη Καΐλα, οι λουστράκοι είναι μεγάλοι καταφερτζήδες.
Ο
λουστράκος της ομώνυμης, κλασικής ταινίας της Μαρίας Πλυτά, με την καπατσωσύνη, την εργατικότητα και την ευφυΐα του, καταφέρνει, τελικά, και την μάνα του να βγάλει από την φυλακή και Ιατρική να σπουδάσει και να νυμφευθεί κόρη με προίκα - άσε που μεταλλάσσεται, στην πορεία, από Βασιλάκης σε κοτζάμ Δημήτρη Παπαμιχαήλ...
50 χρόνια αργότερα, όμως, ένας άλλος, πολύ πιο εκσυγχρονισμένος
Λουστράκος (με κεφαλαίο Λ αυτός), κατάφερε, χωρίς πολλά-πολλά και χωρίς καν να καταλάβω ούτε εγώ το πώς, να με πείσει να βγω στον ραδιοφωνικό αέρα και να πω δημοσίως πράματα και θάματα, που και ιδιωτικά ακόμη αποφεύγω συνήθως να πω! Όλα ξεκίνησαν από ένα φαινομενικά αθώο δημόσιο σχόλιό του σε ανάρτησή μου, που εξελίχθηκε σε ιδιωτική αλληλογραφία. Για να μη μακρηγορώ και το βασανίζω, με τύλιξε σε μια κόλλα χαρτί και, χωρίς να το συνειδητοποιήσω, βρέθηκα νάχω πει το μεγάλο ναι σε μια από κοινού ραδιοφωνική εκπομπή από αυτές, που ο Λουστράκος κάνει κάθε Παρασκευή, προκαλώντας τον μέγα χαμό στην οθόνη του υπολογιστή του, με σχόλια και παρεμβάσεις μιας γνωστής και μη εξαιρετέας παρέας πειραχτηριών του Διαδικτύου.
Σαν πολύ χαλαρά και αυτονόητα μου τα παρουσίασε όλα, βέβαια, κι έτσι συμφώνησα. Έπρεπε να του στείλω 30 τραγούδια εκ των προτέρων, για να τάχει έτοιμα και να μη τα ψάχνει τελευταία στιγμή - και του τάστειλα. Ίσως δεν ήταν τα καλύτερα τραγούδια, που γράφτηκαν ποτέ, ίσως να υπάρχουν κι άλλα πολλά, που ν' αρέσουν ακόμη και σ' εμένα περισσότερο, αλλά έπρεπε κάπως να κάνω μιαν επιλογή και το πιο "λογικό" κριτήριο, που σκέφθηκα να εφαρμόσω, ήταν να διαλέξω τραγούδια, τα οποία είχαν συνδεθεί μέσα μου με συγκεκριμένες στιγμές, εποχές και φάσεις της ζωής μου. Τούτο θα διευκόλυνε, υπέθεσα, την συζήτηση - γιατί, βέβαια, το δύσκολο μέρος ήταν ότι, εκτός από τα τραγούδια, που έστειλα συστημένα στον μουσικό μας παραγωγό, έπρεπε να παρουσιασθώ κι εγώ αυτοπροσώπως στο studio και να βγω live στον αέρα...
Ο δρόμος προς την Κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες των προθέσεων, λένε. Κάπως έτσι πήγα, λοιπόν, να συναντήσω το κολασμένο πεπρωμένο μου την περασμένη Παρασκευή το βράδυ. Με άγχος και ανασφάλεια χτύπησα το κουδούνι, σοβαρός κι έτοιμος για το χειρότερο! Που ποτέ δεν ήρθε, όμως! Δεν με υποδέχθηκε ούτε λουστράκος ούτε Λουστράκος. Με υποδέχθηκε απλώς ο Παύλος, ένας άνθρωπος ζεστός και φιλικός, με πλήρη συνείδηση του ότι είχε πολύ λίγο χρόνο, μέχρι την έναρξη της εκπομπής, για να με κάνει να νοιώσω άνετα και να με προθερμάνει για όσα θα ακολουθούσαν. Τον βοήθησαν πολύ αποτελεσματικά σ' αυτό ο
Γιάννης, που, όπως το ψυχανεμίσθηκα, ξέρει πολλά από υποστήριξη παντός είδους και στα δύσκολα και στα πιο απλά, αλλά κι ένας σκυλάκος, που από την πρώτη στιγμή σαν να επέμενε να με φιλήσει στο στόμα. Δεν το κατάφερε μεν, αλλά οπωσδήποτε, με τα τούτα και τα 'κείνα του, μια ζεστασιά στην ατμόσφαιρα και μιαν εξοικείωση την έφερε!
Κι ήταν αυτή η εξοικείωση, που μ' έκανε γρήγορα να αφήσω πίσω άγχη και αμηχανίες και να δρασκελίσω την πόρτα του ραδιοφωνικού studio με το κεφάλι ψηλά - σαν έτοιμος από καιρό σαν θαρραλέος, που λένε... ναι, έτσι!
Οι 2,5 περίπου ώρες, που ακολούθησαν με τον Παύλο κι εμένα ζωντανά στον αέρα, πέρασαν, κύλησαν, χωρίς να το πολυκαταλάβω. Η εμπειρία του Παύλου στον καλοπροαίρετο χειρισμό των καλεσμένων του και στις ραδιοφωνικές εκπομπές, οι μουσικές του γνώσεις και η γενικότερη παιδεία, που βοηθά πάντα στην διατύπωση απόψεων και στην ροή μιας συζήτησης, ήταν καθοριστικές για αρχή. Από δίπλα, όμως - δηλαδή, έξω ακριβώς από την πόρτα του studio, για να ακριβολογούμε - ήταν κι η στήριξη του Γιάννη, που φρόντιζε για όλα όσα μπορεί να χρειαζόμασταν και για όλα όσα μπορεί να πήγαιναν στραβά - όπως το σύντομο black out, που σημειώθηκε στην αρχή της εκπομπής. Τέλος, αυτό, που βοήθησε πολύ, ήταν η συμμετοχή των ακροατών. Τα παράλληλα σχόλιά τους, που έτρεχαν στην οθόνη του υπολογιστή, εν όσω εμείς βάζαμε τις μουσικές και συζητούσαμε, δημιουργούσαν την αίσθηση της ενιαίας παρέας, που μοιραζόταν μουσικές, τραγούδια και σκέψεις, όλα ανάκατα, άλλα σοβαρά κι άλλα αστεία και παιχνιδιάρικα, πετώντας από δω κι από κει, όπως περίπου κάνουμε και στις πραγματικές συναθροίσεις μας... ή, μάλλον, όχι όπως περίπου, όπως ακριβώς!
Τα τραγούδια, που είχα επιλέξει, ήταν όλα άλλων εποχών. Όχι τόσο παλιά, αλλά, πάντως, της νεανικής μου ηλικίας, των χρόνων, δηλαδή, που κυρίως διαμορφώνουν τα μουσικά γούστα του καθενός μας. Αποδείχθηκε, όμως, στην πορεία της εκπομπής ότι, παρ' όλ' αυτά, ήταν επίσης τραγούδια γνωστά και αγαπημένα για πολλούς από όσους άκουγαν, άρα τραγούδια καταξιωμένα, κομμάτι της συλλογικής μας ζωής και ταυτότητας, και προσφέρανε την ευκαιρία να μιλήσουμε όλοι μεταξύ μας για πολλά από όσα έχουμε ζήσει, πολλά από όσα ελπίζουμε ή φοβόμαστε, πολλά από όσα μας ενώνουν και μας κάνουν ό,τι είμαστε.
Σε τελική ανάλυση κι από την χρονική απόσταση των ημερών, που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα, νοιώθω πως αυτές οι 2,5 ώρες λουστραρίσματος με τον Παύλο στο ραδιοφωνικό τιμόνι μας έφεραν όλους κοντά, μας έκαναν να σταθούμε σ' εκείνα που μας ενώνουν κι όχι σ' όσα μπορεί να μας χωρίζουν.
Απόδειξη πως επί 2,5 ώρες έκανα μια χαρά χωριό εγώ, ένας Παναθηναϊκός, δίπλα-δίπλα μ' έναν Ολυμπιακό.. Δεν το λες και λίγο αυτό!
Σ' ευχαριστώ, Παύλο!
Σ' ευχαριστώ, Γιάννη!
Για την φιλοξενία σας...
Eυχαριστώ κι όλους όσοι μας ακούγατε το βράδυ της περασμένης Παρασκευής στο
TEMPO RADIO.
Κι αν κάποιοι το μετανοιώσατε που δεν μας ακούσατε υπάρχει πάντα τρόπος να αναπληρώσετε, αν έχετε τον χρόνο:
Κλικ!!!