Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΠΑΚΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΠΑΚΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2020

Η ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ - στο FAUST

"Άφησέ με νάρθω μαζί σου..."
Η πιο γνωστή φράση της "Σονάτας του σεληνόφωτος", μια σπαρακτική επωδός, που επανέρχεται σε διάφορα σημεία του δημοφιλέστερου και πιο οικείου  ποιητικού μονόλογου του Γιάννη Ρίτσου. Μια επωδός που όσο πάει να αποφορτίσει τον δραματικό λόγο της Γυναίκας με τα μαύρα, άλλο τόσο  στοιχειώνει όλους εμάς, καθώς βουλιάζουμε λέξη - λέξη, στίχο - στίχο, στην ανυπόφορη, μισοσκότεινη, καθημερινότητά της.
Η "Σονάτα του σεληνόφωτος" - Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1956 - αποτελεί μέρος της Συλλογής "ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ" και είναι ένα από τα εμβληματικότερα ποιήματα του Ρίτσου και της Νεοελληνικής ποίησης γενικότερα. Τα "υποδόρια" θεατρικά της στοιχεία και ο ρέων λόγος του ποιητή, αυτή τούτη η τολμηρή σύλληψη της συνεύρεσης δύο διαμετρικά αντίθετων προσώπων σε ένα κλειστοφοβικό περιβάλλον, συνετέλεσαν ώστε ο μονόλογος να υπερβεί τα όρια της ποίησης και να γίνει με την πάροδο του χρόνου έργο ρεπερτορίου και αναφοράς, στο οποίο έχουν δοκιμασθεί ηθοποιοί, σκηνοθέτες και συνθέτες. Με διαφορετικές αναγνώσεις, διαφορετικές ερμηνείες και διαφορετικές προσεγγίσεις κάθε φορά, αλλά με την παράξενη γοητεία του πρωτότυπου κειμένου να παραμένει πάντα σταθερή παράμετρος.


 
Η πιο πρόσφατη προσέγγιση του έργου ανεβαίνει αυτές τις μέρες στο FAUST της οδού Αθηναΐδος από τον Σταμάτη Πακάκη, με την Μαρία Τζανουκάκη στον ρόλο της Γυναίκας με τα μαύρα και τον Τάσο Χρυσόπουλο στον  ρόλο του Νέου. Ο Πακάκης ευθύς εξ αρχής ξεκαθαρίζει ότι καταθέτει μια νέα πρόταση, μιαν ανάγνωση του ποιήματος, που αξιοποιεί τα θεατρικά του στοιχεία και δημιουργεί σκηνική δράση, χωρίς, ωστόσο, να παρέμβει ούτε κατ' ελάχιστον στο πρωτότυπο.
Εκκινεί, φυσικά, από την θέση του αναγνώστη. Δεν ταυτίζεται με κανένα από τα δύο πρόσωπα του έργου. Ούτε με την Γυναίκα ούτε με τον Νέο. Παρακολουθεί την εξέλιξη ως τρίτος. Εξακριβώνει τις πληροφορίες του ποιητή για τον κύριο χαρακτήρα, αλλά διερωτάται για τον Νέο. Ποιός είναι, τι είναι, από πού έρχεται, ποιά τα κίνητρά του. Και, κυρίως, τι κάνει όσο η Γυναίκα μιλάει. Από το σημείο αυτό δίνει την θέση του στον σκηνοθέτη Πακάκη. Κι αρχίζει να ψάχνει, να βρίσκει, να χτίζει τον χαρακτήρα του "αδικημένου" ως σήμερα Νέου, ο οποίος, εκτός από βουβός, όπως τον θέλει ο ποιητής, παραμένει κατά κανόνα στις παραστάσεις είτε ανύπαρκτος είτε αόρατος είτε, στην καλύτερη περίπτωση, διακοσμητικός και αμήχανος. Κι αυτό είναι κάτι, που δεν είναι βέβαιο ότι το ήθελε ο  Ρίτσος.




Νεώτερες μαρτυρίες και τεκμήρια στα κατάλοιπα του ποιητή υποδεικνύουν ότι ο Ρίτσος εμπνεύσθηκε την Γυναίκα με τα μαύρα, ακόμη και το σκηνικό της "Σονάτας" από την Ζωή Καρέλλη, αδελφή του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, και ποιήτρια όντως "θρησκευτικής πνοής" της Σχολής διανοουμένων της Θεσσαλονίκης.



Η Γυναίκα με τα μαύρα της "Σονάτας" είναι ποιήτρια, προχωρημένης ηλικίας, θρήσκα, στερημένη, μόνη, ανέραστη, απεγνωσμένη. Φεύγει, έχει κιόλας φύγει, η ζωή της, θολώνουν οι αναμνήσεις, κιτρινίζουν οι φωτογραφίες, καταρρέει το σπίτι της, διαλύονται, αν ποτέ υπήρχαν, οι παλιές βεβαιότητες, ξεκαρφώνονται  οι παλιές σταθερές. Δεν έχει πια χρόνο για καινούριες. Μέσα από την περιγραφή του Ρίτσου και τα λόγια, που βάζει στο στόμα της, αυτά περίπου είναι τα δομικά στοιχεία του χαρακτήρα της Γυναίκας, που απέδωσε με συγκαλυμμένο  ερωτισμό η Μελίνα Μερκούρη, με μιαν ορισμένη αυτοπεποίθηση η Νόνικα Γαληνέα, με κάποιαν αυταρέσκεια η Κατερίνα Διδασκάλου.




Για τον Νέο οι άμεσες πληροφορίες, που δίνει ο Ρίτσος, είναι λιγότερες. Και μάλλον υπαινικτικές. Υπάρχει στην πραγματικότητα ή είναι πλάσμα της φαντασίας της; Ένας φανταστικός φίλος, εφευρημένος για να κυλάνε πιο απαλά κάτι δύσκολα βράδυα; Δεν φαίνεται νάχει ιδιαίτερη σημασία, στον βαθμό που ο Νέος είναι, τέλος πάντων, αφορμή κι αιτία για τον λόγο της Γυναίκας. Εμείς έτσι κι αλλιώς τον κάνουμε εικόνα στην ακμή του. Ανήκει στην εργατική τάξη, που, έστω κι ανομολόγητα, ασκεί σχεδόν πάντα κάποιου είδους γοητεία στην αστική τάξη και πιο πολύ στην παρακμασμένη αστική τάξη. Είναι ασφαλώς ωραίος, ρωμαλέος, αποπνέει αυτοπεποίθηση κι εκείνη την ιδιαίτερη, την κάποτε ωραία, αυθάδεια της νεότητας, της ανωριμότητας. Δεν χαριεντίζεται, δεν λικνίζεται πέρα δώθε. Διανύει την ηλικιακή περίοδο των προσδοκιών. Με το ένστικτο πλάθει όνειρα, με τα μπράτσα του χτίζει το μέλλον. Ο Νέος έχει μέλλον την ώρα που, στον αντίποδα, η Γυναίκα παρά μόνο παρελθόν. Κι αυτό χτισμένο με ματαιώσεις, με διαψεύσεις, με αποτυχίες απ' αυτές, που ονομάζουμε σοφία, πικρή σοφία, της ζωής.




Δύο κόσμοι απέναντι. Δυό άνθρωποι αντίκρυ. Ψάχνουν τα πατήματά τους. Η Γυναίκα με οδηγό την βεβαιότητα της φθοράς, ο Νέος με οδηγό την ψευδαίσθηση της αφθαρσίας.



Η πρώτη πρόκληση, στην οποία ανταπεξέρχεται ο Πακάκης, είναι η συμπλήρωση, το χτίσιμο, του χαρακτήρα του Νέου. Η επικέντρωση στον Νέο γίνεται για πρώτη φορά στην ιστορία των ανεβασμάτων της "Σονάτας". Στον βουβό Νέο, που πολλοί - όλοι! - έχουν αδίκως παραβλέψει και προσπεράσει, ο σκηνοθέτης διαβλέπει μια προσωπικότητα με την δική της δυναμική, έναν θεατρικό παράγοντα με την δική του θέση στην σκηνή, στην πλοκή. Όχι, δεν μιλάει, αφού έτσι τον θέλει ο ποιητής. Αλλά υπάρχει! Υπάρχει ανάμεσα στις λέξεις και στις φράσεις, γεμίζει με τα βλέμματα του  και τις χειρονομίες του τα μικρά κενά μεταξύ των "στροφών" του ποιήματος. Προκαλεί τον λόγο, γεννά αισθήματα κι αισθήσεις, ωθεί την δράση. Και την αντίδραση!
Υπολανθάνει μεταξύ της Γυναίκας και του Νέου ένας ερωτισμός; Ώς ένα βαθμό οπωσδήποτε... Κι αυτό τους ενώνει ή τους χωρίζει;  Ερωτηματικό! Αλλά ο Πακάκης δεν στέκεται εκεί, δεν περιορίζει σ' αυτό το πεδίο την ανάπτυξη των χαρακτήρων του Ρίτσου, αφού ούτε κι ο ποιητής δεν μένει αποκλειστικά εκεί. Αντίθετα, στήνοντας σταδιακά την περσόνα του Νέου, ανοίγει το πεδίο όλο και πιο πολύ, με κάθε επί μέρους στροφή του ποιήματος που την ανάγει σκηνικό επεισόδιο. Κι έτσι κάνει τότε αυθεντικό κι αποτελεσματικό θέατρο πάνω στην δυναμική δύο τροχιών που, αντί νάναι παράλληλες κι ασύμπτωτες,  αυτές διασταυρώνονται. Και σπιθίζουν!
Στο σημείο αυτό εντοπίζεται η δεύτερη και μάλλον κύρια πρόκληση, στην οποία ανταπεξέρχεται επιτυχώς η σκηνοθεσία. Ανεξάρτητα από την διαχρονική γοητεία και αξία της "Σονάτας", κάθε νέο ανέβασμα πρέπει νάχει λόγο και αιτία, κάθε νέα πρόταση πρέπει να έχει κάτι καινούριο να συνεισφέρει ή να αναδείξει. Ο σκηνοθέτης αντιλαμβάνεται ότι τον πυρήνα της "Σονάτας" διατρέχουν σε διαρκή αντίστιξη κρίσιμα αντιθετικά σχήματα, αλληλοσυγκρουόμενοι δυϊσμοί, αλληλεπιδρώντα δίπολα: φως-σκοτάδι, άσπρο-μαύρο, φθορά-αφθαρσία, ζωή-θάνατος, νιάτα-γηρατειά, μοναξιά-συντροφικότητα, ερωτισμός-παρθενία, εργατική τάξη-αστική τάξη, άνδρας-γυναίκα, πόθος-καταστολή, ελευθερία-υποτέλεια. Μέσα από αυτά τα αιώνια δίπολα και τους συμβολισμούς τους, την τριβή τους, τις συγκρούσεις τους, τις αλληλεπιδράσεις τους, ο Ρίτσος περνάει μηνύματα και προτάγματα, που θεωρούσε μείζονα και κεντρικά για το άτομο, την κοινωνία, την τέχνη. Κι αν ο Πακάκης, με την νεωτερική του πρόταση, έρχεται και τα αναδεικνύει ανάγλυφα, είναι επειδή, 60 χρόνια μετά, παραμένουν μείζονα και κεντρικά! 

Η παράσταση στο Faust, όμως, δεν ευτύχησε μόνον στην στόχευση, αλλά και  στην διανομή. Σημαντικό είναι πως αντλήθηκαν στοιχεία απ' ευθείας από τις "σκηνικές οδηγίες" του Ρίτσου, για να βρεθούν τα πρόσωπα με το κατάλληλο physique, με ερμηνευτικό βάθος, με δυνατότητες να διδαχθούν και να αφομοιώσουν την ακριβή γλώσσα του σώματος, για την ολοκλήρωση του ποιητικού λόγου επί σκηνής, σύμφωνα με το όραμα του σκηνοθέτη.

Η Μαρία Τζανουκάκη, ευάλωτη, τρωτή, μελαγχολική, είναι το πρόσωπο της ήττας σε μια μάχη, που δεν δόθηκε ποτέ, η εικόνα του πόνου για επιλογές, που δεν έγιναν, για μια ζωή, που δεν βιώθηκε, που ξέφτισε από την αχρησία, όχι από κατάχρηση. Μαύρα ρούχα, σκιές ολόγυρα, σκιές μέσα της. Και μια καρδιά, που δεν ασπρίζει! Κουρασμένη πια, κάθεται πάντα "στα γόνατα τα Θεού", αντί στα γόνατα του Νέου, η Γυναίκα με τα μαύρα. Ηθελημένα ματαιωμένη, συνειδητά διαψευσμένη,  ευγνώμων για το τίποτε, με το οποίο πορεύθηκε και στο οποίο κατέληξε. Σαν μια αρκούδα, που δεν της έμεινε παρά ο αρκουδιάρης, για να γαντζωθεί πάνω του.                             


Ο Τάσος Χρυσόπουλος, με μια κατ' εξοχήν σωματική ερμηνεία, μια πλούσια γλώσσα σώματος, είναι η ίδια η ζωή. Στίβει την πέτρα, πατάει εδώ και τρίζει η γη ώς πέρα, χτυπάει παλαμάκια και χορεύει το σύμπαν. Μπορεί και πιάνει την ζωή απ' τα μαλλιά, μπορεί και παίζει τις γυναίκες, όλων των ηλικιών τις γυναίκες. Περιποιητικός κι αβρός την μια στιγμή, συγκρουσιακός, βίαιος, την άλλη. Χειριστικός. Ξέρει απ' αυτά ο Νέος.




 Σε ένα διακειμενικό κλείσιμο του ματιού, ο Νέος σβήνει ένα-ένα, τα κατά Καβάφη κεριά. Το κάνει τελετουργικά, σχεδόν ηδονικά. Είναι στην ηλικία, που σβήνει ακόμα τα κεριά των άλλων, όχι τα δικά του, όχι δα! Και φεύγει, ξέρει να φεύγει, φεύγει έγκαιρα, πριν σβήσει το τελευταίο... 


"Άφησέ με νάρθω μαζί σου..."
Ο Νέος δεν θα την αφήσει. Δεν θα την ενθαρρύνει ούτε θα την παροτρύνει να πάει μαζί του.
Αλλά κι εκείνη, η Γυναίκα με τα μαύρα, δεν θα το τολμήσει. Πάλι δεν θα το τολμήσει. Ούτε αυτό ούτε κι ο,τιδήποτε άλλο...  Όπως πάντα!


Η παράσταση "Η Σονάτα του σεληνόφωτος", σε σκηνοθεσία Σταμάτη Πακάκη, κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου στο FAUST, στις 9 το βράδυ. 



Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

Από λεωφορεία, μόνο "550"


Από λεωφορεία, μόνο "550"! Ασυζητητί... Κι από θέατρο, πάλι "550"!



Ειλικρινά, δεν ξέρω αν υπάρχει φέτος άλλο νέας εσοδείας Ελληνικό θεατρικό, που νάναι ταυτόχρονα τόσο ρεαλιστικό όσο και ενδιαφέρον.
Τι είναι το "550"; Μια λεωφορειακή γραμμή, που διασχίζει κάθετα την μισή Αττική, από την Κηφισιά ώς το Φάληρο, και συνδέει μεταξύ τους γειτονιές και ανθρώπους.



Ένας από αυτούς τους τακτικούς επιβάτες του "550", έτυχε νάναι κι ο Σταμάτης Πακάκης. Κάποια στιγμή σήκωσε το βλέμμα από το κινητό, έβγαλε τα ακουστικά από τα αυτιά κι άρχισε να παρατηρεί τους συνεπιβάτες του, να τους βλέπει, να τους ακούει. Άρχισε να τους νοιώθει! Και δεν ήταν πια ούτε άγνωστοι ούτε περαστικοί ούτε απρόσωποι. Καθένας μια ιστορία, ένας τρόπος σκέψης κι ένας τρόπος ζωής, ελπίδες, πόθοι, προσδοκίες, πίκρες, αγωνίες, χαρές, επιτυχίες κι αποτυχίες. Ένα κομμάτι, μια φέτα καθημερινότητας - και πολλές τέτοιες φέτες μαζί, αναγκαστικά κι αναπόφευκτα να συνωστίζονται και να αλληλεπιδρούν στον ίδιο χώρο φτιάχνουν την μία, την μεγάλη κι αναπόδραστη κοινή μας καθημερινότητα. Φτιάχνουν μια κοινωνία, μια πόλη, μια χώρα.   



Με την καλλιτεχνική ευαισθησία του θεατράνθρωπου, ο συγγραφέας, ο σκηνοθέτης, ο ηθοποιός Σταμάτης Πακάκης ανίχνευσε την θεατρικότητα του δρομολογίου. Και με την εμπειρία και το ταλέντο του δόμησε ένα γερό κείμενο, με προεξάρχοντα τα κωμικά στοιχεία, πίσω από τα οποία, ωστόσο, δύσκολα κρύβονται τα προσωπικά δράματα, οι συγκρούσεις κι οι αντιφάσεις των χαρακτήρων.





Συχνά, η κωμωδία δεν είναι παρά μια τραγωδία αντεστραμμένη. Και το "550" του Πακάκη είναι ακριβώς αυτό! Προκαλούν άμεσα το γέλιο οι καταστάσεις των επιβατών του λεωφορείου, οι διάλογοι, οι παρατηρήσεις  κι οι καυστικές ατάκες τους. Μα όλα τούτα είναι μονάχα η μία όψη, η μια πλευρά, το όχημα, που συνειδητά διάλεξε ο Πακάκης για να μας ερεθίσει, να μας ωθήσει να ψάξουμε την πίσω όψη. Που υπάρχει πάντα και σε όλους, που υπάρχει στην καθημερινότητα, στην πόλη, στην κοινωνία.
Τίποτε δεν είναι μόνο αυτό, που φαίνεται. Όλα κι όλοι έχουν πολλές όψεις και κάποιες είναι δραματικές, ακόμη και αντιφατικές. Έχουμε την ευαισθησία να τις δούμε; Έχουμε τα κότσια να τις χειρισθούμε; Φεύγοντας από το κατάμεστο FAUST, όπου παίζεται κάθε Τετάρτη το "550", συνειδητοποιούμε ότι αυτό είναι το ερώτημα, που μας απευθύνει τελικά ο Πακάκης, αξιώνοντας να δώσουμε την απάντηση όχι σ' εκείνον, αλλά στον εαυτό μας!


           
Ο Σταμάτης Πακάκης έχει χτυπήσει φλέβα φέτος. Ξεκάθαρα! Έγραψε  ένα αιχμηρό κείμενο, έχτισε πέτρα πέτρα, συναίσθημα το συναίσθημα, μια σειρά από χαρακτήρες πραγματικούς, διπλανούς μας και τους μοίρασε με μαεστρία σε ισάριθμους ηθοποιούς, που τίμησαν την επιλογή του. Με την ίδια δεξιοτεχνία και εμμονή στην λεπτομέρεια, είναι φανερό ότι τους δίδαξε την απόλυτη ακρίβεια στην έκφραση, στον συγχρονισμό, έστησε πρώτα μέσα τους τον κάθε χαρακτήρα και τον οδήγησε μετά να βγει αβίαστα προς τα έξω, σε σημείο να μας είναι πολύ δύσκολο να φαντασθούμε άλλους ηθοποιούς στη θέση τους.





Για αρχή, ο Βασίλης Φακανάς, σκληρός ελεγκτής, άτεγκτος μας βάζει όλους σε σειρά. Γενικός κουμανταδόρος, ανελέητος, και τα σκυλιά δεμένα Και μετά... Μετά γίνεται ένας από μας. Επιβάτης κι αυτός. Συμπολίτης, νέος, χαμένος κι αυτός σε μια πόλη, σε μια χώρα, που ταλαντεύεται, που δεν ξέρει πού ακριβώς πηγαίνει και πώς και γιατί.





Η Ειρήνη Μελά, η θεούσα της διπλανής πόρτας, ούτε μπορεί ούτε θέλει να αποδεχθεί τα τρέχοντα ήθη, τα τρέχοντα πάθη των ανθρώπων. Μια απόλαυση το πώς εναλλάσσονται οι εκφράσεις της μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, το πώς παίζει με το φοβερό της βλέμμα την έκπληξη, το θρησκόληπτο κάκιωμα, την ερωτική στέρηση, την ανομολόγητη ζήλεια.





Ο Αλέξανδρος Ζουριδάκης, κρυφοgay, παρενδυτικός, βασανισμένος από την κοινωνία και από τον ίδιο του τον εαυτό. Η ενσάρκωση της διπλής ταυτότητας, της διπλής ζωής, του καθημερινού πόνου, που πασχίζει για χρόνια να κρυφτεί πίσω από την "κανονικότητα", την "φυσιολογικότητα", την κοινωνική νόρμα, την συνθήκη της οικογένειας - μέχρι που πια άλλο δεν μπορεί, δεν γίνεται. Εκρήγνυται και μαζί του σκάει μια ζωή βιωμένη στα όρια, μια ζωή χαμένη.





Η Φανή Παλιούρα, η ηθοποιός, η ερωτική, η χυμώδης. Σε διαρκή κίνηση και διαρκή ένταση. Ίσως και σε διαρκή υπόκριση. Βράζουν μέσα της τα αρχέγονα ένστικτα, βράζουν οι πόθοι, ξεχειλίζουν. Την πνίγουν και μαζί αναστατώνουν κι εμάς, που δεν το αντέχουμε το πώς πάλλεται η σάρκα της και κυματίζουν ανενδοίαστα σε δημόσια θέα τα κάλλη της.





Ο Βλάσης Πασιούδης, ο τεχνίτης, ο ξεπερασμένος από την αδήριτη πραγματικότητα, που αντλεί ιδέες και επιχειρήματα από εκείνον τον φασισμό και τον ρατσισμό, που ανθεί και καρπίζει στους καφενέδες της επικράτειας. Ο "Μάκης" του Πασιούδη αποδίδει τα κακά της μοίρας του στους ξένους, στους εξωτικούς εκείνους άλλους, δίχως διόλου να υποψιάζεται πως είναι κι ο ίδιος ένας απ' αυτούς, πως κάτω από τον ίδιο ήλιο την ίδια σκληρή μοίρα μοιράζονται.





Η Φαίη Βέβη, ένα ξωτικό επί σκηνής, μια λεπτεπίλεπτη πεταλούδα, που πετάει πέρα δώθε. Ζωγράφος. Οροθετική. Ένας κόμπος μπερδεμένης ευαισθησίας, ένα κουβάρι από συναισθήματα, που πότε ξετυλίγονται και πότε πάλι μπλέκονται.





Η Κωνσταντίνα Αλεξανδράτου, η φοιτήτρια εν εξάλλω, εν μονίμω εξάλλω, που δεν χωράει πουθενά. Δεν χωράει στο λεωφορείο, δεν χωράει στις παρέες της, δεν χωράει στην κοινωνία. Δεν την χωράνε κιόλας. Κολλημένη στο σημείο διαρκούς βρασμού. Με όλους και για όλα. Ραπάρει, χειρονομεί, οργίζεται, όπως μόνο στην ηλικία της μπορεί. Αργότερα, δεν θα μπορεί, δεν θα της βγαίνει πια. 





Κι ο Σταμάτης Πακάκης. Αεικίνητος. Άλλοτε οικοδεσπότης, οδηγός, δίνει κατεύθυνση στην ιστορία, στις ιστορίες του καθενός - ίσως και στις δικές μας, των θεατών, ακόμη. Κι άλλοτε η πέτρα του σκανδάλου. Αφηγητής. Ερμηνεύει, εξηγεί τα ανεξήγητα, κάποτε τα τραγουδάει, με εμφανή  την θητεία και την παιδεία του στο λυρικό τραγούδι.
Θα σταθώ λίγο και στην Εύη Τσακλάνου, που ως υπεύθυνη για την κίνηση και την χορογραφία, απέσπασε από τους ερμηνευτές όχι μόνον εύγλωττες και εντός χαρακτήρων χειρονομίες και κινησιολογικά πρότυπα, αλλά και μια αξιοθαύμαστα ακριβή και συγχρονισμένη απομίμηση κινήσεων και συμπεριφορών του σώματος μέσα στο εν κινήσει λεωφορείο.
Με λίγα λόγια, κατευθυνθείτε το ταχύτερο στην Στάση FAUST, κοντά στην μοδάτη Πλατεία Αγίας Ειρήνης. Κάθε Τετάρτη, στις 8:30 το βράδυ, κάνει στάση εκεί το "550". Προσοχή, μην το χάσετε. Ανεβείτε. Και παρακολουθείστε την ζωή, την καθημερινότητά μας, να ξεδιπλώνεται από στάση σε στάση. Μη γελιέστε: δεν είναι κάποιων άλλων η ζωή. Η δική μας είναι, η κοινή ζωή όλων μας.  Δείτε, σκεφθείτε, κρατείστε ό,τι χρειάζεται - και κατεβείτε στην σωστή στάση! 









          
      
 
GreekBloggers.com