Υπάρχει θέατρο καλό και κακό, αλλά υπάρχει και θέατρο σημαντικό και ασήμαντο. Θεατρικό έργο, για το οποίο υπάρχει ή δεν υπάρχει λόγος να γραφτεί και λόγος να το δούμε.
Απερίφραστα, το έργο «ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ» του Στέφανου Κακαβούλη
είναι σημαντικό θέατρο, θέατρο με σημασία και νόημα. Είχε λόγο που γράφτηκε και
έχουμε κι εμείς λόγο να το δούμε.
Κι ακόμα, είναι καλό θέατρο, είναι έντιμη παράσταση,
αξιοπρεπής. Είναι πρωτίστως καλοζυγισμένη προσέγγιση ενός θέματος ιδιαίτερα ευαίσθητου. Με
γλώσσα φυσικώς ρέουσα και σημερινή, ο θεατρικός συγγραφέας Κακαβούλης βάζει τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων. Διεισδύει στα αρνητικά ορόσημα της εποχής μας και καταπιάνεται εδώ με τα σκοτεινά διαδικτυακά
μονοπάτια, στα οποία καταφεύγουν απελπισμένα τα έφηβα παιδιά μας. Δεν διστάζει
να αντικρύσει κατάματα τα αίτια της απελπισίας τους και τα αίτια των επιλογών
τους, να τα ψαύσει και να τα παραδώσει, κατόπιν, στον σκηνοθέτη Κακαβούλη, για
να τα μεταφέρει και σε μας, τους θεατές, τους γονείς – ή ακόμη και στα παιδιά
μας τα ίδια. Αντέχουμε, πρέπει να αντέξουμε, να δούμε το "ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ". Και καλό θα είναι να το δούμε με τα παιδιά μας, αν βρίσκονται σε ηλικία Λυκείου και άνω.
Η έφηβη Λίνα είναι παιδί χωρισμένων γονέων. Ο πατέρας απών και
η μητέρα δεν μοιάζει να έχει πολύ χώρο για την κόρη της ανάμεσα στα
επαγγελματικά και στα ερωτικά της. Θέλει, όμως, να έχει
άποψη για την Λίνα. Να την κρίνει ή να την επικρίνει. Την Λίνα, που, όπως κάθε παιδί της ηλικίας της, ψάχνει εν τω μεταξύ στο Διαδίκτυο και στην εικονική πραγματικότητα μια
διέξοδο στα αδιέξοδά της. Διέξοδους προσφέρει άφθονες κι εύκολες το Διαδίκτυο, αλλά δεν είναι όλες αθώες, δεν είναι όλες χωρίς συνέπειες.
Η ηλικία, η φρεσκάδα, η «αθωότητα», το παρουσιαστικό, ο παρορμητισμός της Λίνας- όλα στοιχεία πολύτιμα και περιζήτητα στην αγορά – την καθιστούν ταυτόχρονα ελκυστικό, ακαταμάχητο, δόλωμα, αλλά κι εύκολη λεία για επιτήδειους κάθε ηλικίας. Οι έφηβοι είναι έτσι κι αλλιώς εκκρεμείς χαρακτήρες, αμφιταλαντεύονται, κινούμενοι αέναα από την μια άκρη του εκκρεμούς στην άλλη, μπορούν να είναι ταυτόχρονα θύτες και θύματα στον αγώνα τους για την προσοχή μας, για κάποιου είδους ταυτότητα, για μια θέση στον κόσμο μας.
Η ηλικία, η φρεσκάδα, η «αθωότητα», το παρουσιαστικό, ο παρορμητισμός της Λίνας- όλα στοιχεία πολύτιμα και περιζήτητα στην αγορά – την καθιστούν ταυτόχρονα ελκυστικό, ακαταμάχητο, δόλωμα, αλλά κι εύκολη λεία για επιτήδειους κάθε ηλικίας. Οι έφηβοι είναι έτσι κι αλλιώς εκκρεμείς χαρακτήρες, αμφιταλαντεύονται, κινούμενοι αέναα από την μια άκρη του εκκρεμούς στην άλλη, μπορούν να είναι ταυτόχρονα θύτες και θύματα στον αγώνα τους για την προσοχή μας, για κάποιου είδους ταυτότητα, για μια θέση στον κόσμο μας.
Η πλοκή του έργου εξελίσσεται μέσα από 4 χαρακτήρες - την
Λίνα, την μητέρα της, τον πατέρα της και τον εραστή της μητέρας – που ζουν την
ζωή τους, πορεύονται στην καθημερινότητά τους χωρίς ιδιαίτερη περίσκεψη, χωρίς
ντροπή, τελικά.
Δεν φαίνεται να ζουν μια σπουδαία ζωή, δεν φαίνεται να έχουν μιαν ιδιαίτερα ελκυστική καθημερινότητα. Μια ζωή, όπως των πολλών ανθρώπων οι ζωές κι η δική τους ζωή. Σπρώχνουν την κάθε μέρα, πιεσμένοι από υποχρεώσεις, απορροφημένοι από την προσπάθεια να βρουν μια διέξοδο, κάποια εκτόνωση, λίγη χαρά μέσα στα άχαρα. Κάπου εκεί χάνουν την ισορροπία τους, χάνουν την σωστή επικέντρωση, χάνουν ο ένας τον άλλο.
Δεν φαίνεται να ζουν μια σπουδαία ζωή, δεν φαίνεται να έχουν μιαν ιδιαίτερα ελκυστική καθημερινότητα. Μια ζωή, όπως των πολλών ανθρώπων οι ζωές κι η δική τους ζωή. Σπρώχνουν την κάθε μέρα, πιεσμένοι από υποχρεώσεις, απορροφημένοι από την προσπάθεια να βρουν μια διέξοδο, κάποια εκτόνωση, λίγη χαρά μέσα στα άχαρα. Κάπου εκεί χάνουν την ισορροπία τους, χάνουν την σωστή επικέντρωση, χάνουν ο ένας τον άλλο.
Το θέμα του έργου προσφέρεται για συγκρούσεις και πράγματι οι
χαρακτήρες του έργου συγκρούονται, συνήθως ανά δύο, καθώς επέρχονται οι
κίνδυνοι από τις επιλογές τους και η συνειδητοποίηση όσων αφέθηκαν να συμβούν,
όσων χάθηκαν. Ευφυώς, η σκηνοθετική προσέγγιση του Στέφανου Κακαβούλη επέλεξε
την οδό του μέτρου. Οι δυνάμει προκλητικές σκηνές δεν εκτυλίσσονται υπερμέτρως
προκλητικά επί σκηνής και οι συγκρούσεις ισορρόπησαν σοφά πάνω σε μια γραμμή τόσης
έντασης, όσης χρειάζεται, χωρίς να μεταλλαχθούν σε εύκολες κραυγές και
ουρλιαχτά, με συνέπεια ο θεατής να προσλαμβάνει την ουσία τους και να μη χάνει την συγκέντρωσή
του ούτε να αποπροσανατολίζεται. Σκοπός του Κακαβούλη δεν είναι η πρόκληση, αλλά η ανατομία του προβλήματος.
Συμπερασματικά, το "ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ", χάρις στην σκηνοθετική
γραμμή, παραμένει πάντα σοβαρό θέμα και
όχι εύκολο θέαμα. Η γραφή και η σκηνοθεσία κάνουν τους χαρακτήρες ανάγλυφους, αλλά και αναγνωρίσιμους.
Αναδεικνύουν τις διαστάσεις των επιλογών τους και τις συνέπειες, τα αίτια και τα
αποτελέσματα των ενεργειών και των παραλείψεών τους.
Πονάει η παραδοχή, αλλά πράγματι εύκολα εκτροχιάζονται οι
ανθρώπινες σχέσεις στο πλαίσιο μιας εποχής, που όλα τα επιτρέπει. Εκπλήσσει και
παρασύρει η ευκολία των σχέσεων στο Διαδίκτυο, μοιάζει ανώδυνο το cyber sex με αγνώστου προελεύσεως,
ταυτότητας και προθέσεως άτομα, αλλά κρύβει κινδύνους, δεν είναι και τόσο ανέξοδο. Κυρίως, δεν είναι
λύση, δεν είναι διέξοδος, δεν είναι καταφύγιο - ούτε για ενηλίκους ούτε, ακόμη
περισσότερο, για την on
line περιπλανώμενη και χαμένη
Λίνα.
Οι ηθοποιοί, τους οποίους επέλεξε και δίδαξε ο Στέφανος Κακαβούλης έμειναν με την υποκριτική τους πιστοί σε μια
προσέγγιση μακριά από κραυγές, ρητορείες και στείρα ηθικοπλαστικά διδάγματα. Η
ίδια η ζωή, άλλωστε, δεν σηκώνει απαγορεύσεις. Μέτρο, περίσκεψη και ισορροπίες
θέλει.
Η έφηβη Μαριέλλη Μανουδάκη, στον ρόλο της Λίνας, είναι
ανεπιφύλακτα εξαιρετική. Η πλαστικότητα των κινήσεών της και η γενικότερη
κυριαρχία στο σώμα της υποδεικνύουν ότι έχει διδαχθεί χορό, αλλά, αναμφίβολα, η
έμφυτη εκφραστική της δύναμη και η υποκριτική δεξιοτεχνία σ ε τόσο νεαρή ηλικία αξιοποιήθηκαν προφανέστατα κατά τον καλύτερο
τρόπο από τον σκηνοθέτη, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είχε ο ίδιος πλάσει
και τον χαρακτήρα της Λίνας. Έχουμε οπωσδήποτε κάθε δικαίωμα ως θεατές να
περιμένουμε πολλά στο μέλλον από την νεαρή και ευαίσθητη πρωταγωνίστρια, αν
αποφασίσει να δώσει συνέχεια σε ένα τέτοιο θεαματικό ντεμπούτο.
Η συνολική σκηνική παρουσία του Γιάννη Τσουρουνάκη είναι εντυπωσιακή. Ο Τσουρουνάκης έχει βάρος και σώμα πάνω στην σκηνή. Διαθέτει και αξιοποιεί σωστά το πλεονέκτημα
μιας βαθιάς, εκφραστικής, φωνής, την οποία χειρίζεται λιτά, στους τόνους, που
πρέπει, για να περάσουν αποτελεσματικά στον θεατή τα συναισθήματα και τα
ανεβοκατεβάσματα του εραστή μιας γυναίκας με κόρη στην εφηβεία, ενός ρόλου με
πολλές παγίδες και πειρασμούς όχι μόνο στο σανίδι της σκηνής του "ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ",
αλλά και στην πραγματική ζωή.
Η Μαρία Βλάχου, δίπλα στον Γιάννη Τσουρουνάκη, πείθει απόλυτα
ως σύγχρονη γυναίκα, που βρέθηκε χωρίς σύζυγο πάνω στην βιολογική της ακμή.
Διεκδικεί δυναμικά και χαριτωμένα τα δικαιώματά της στην προσωπική ζωή και στον
έρωτα. Συνειδητοποιώντας ότι τελικά αυτό γινόταν και γίνεται εις βάρος της
σχέσης της με την κόρη της, βγάζει στην σκηνή εκείνο το άγχος και εκείνο τον
πόνο, που πάνε χέρι-χέρι με το έλλειμμα γονικής επιμέλειας. Είναι συναισθήματα
αυτά γνωστά σε αρκετούς γονείς, που στον δύσκολο σημερινό κόσμο πασχίζουν να
συνδυάσουν τα ασυνδύαστα: και προσωπική ζωή να περισώσουν και σε επαγγελματικές
απαιτήσεις να ανταποκριθούν και γονική μέριμνα να ασκήσουν. Από την άποψη αυτή, δεν πρέπει να είναι λίγοι
όσοι θεατές θα ταυτισθούν μαζί της.
Στον μικρότερο ρόλο του απόντος από την ζωή της Λίνας πατέρα,
ο Κώστας Κλάδης εμφανίζεται αρχικά ψύχραιμος. Βαθμιαία, ωστόσο, και καθώς
αντιλαμβάνεται τις επικίνδυνες ατραπούς, στις οποίες βαδίζει η κόρη του, χάνει
την ψυχραιμία του και την αποστασιοποίησή του. Πανικοβάλλεται, φωνασκεί,
κατηγορεί την γυναίκα του για τις επιλογές της, συγκρούεται μαζί της. Ο απών
πατέρας διεκδικεί την ενεργητική παρουσία, τα χαμένα γκέμια, τις ευθύνες, που
είχε ξεχάσει πως έχει. Η αγχωτική επί σκηνής μεταμόρφωσή του σε πατέρα, που
νοιάζεται να παρέμβει και να προλάβει τα χειρότερα, εκπέμπει όλη την αγωνία μιας
τέτοιας καθοριστικής στιγμής.
Μια αλληλουχία γεγονότων, που οφείλεται στο ότι οι χαρακτήρες
επιλέγουν ή αφήνονται να δρουν σχεδόν τυχαία και χωρίς αίσθηση ντροπής, χωρίς
αυτοσεβασμό, δεν μπορεί παρά να κορυφώνεται με σπαραγμό – και τέτοια είναι η
τελευταία σκηνή του έργου, με τους τρεις κύριους χαρακτήρες να συγκρούονται
μετωπικά, να αλληλοσπαράσσονται, να ξεγυμνώνουν την ψυχή τους, να γίνονται ο
ένας καθρέφτης του άλλου. Η μητέρα, ο εραστής, η κόρη, ο ένας απέναντι στον
άλλο, στην πραγματική ζωή, δίχως τα φτιασίδια του Διαδικτύου, δίχως την ψευτιά
των συμβάσεων.
Το στοίχημα και για τους τρεις είναι αν θα ξαναβρούν την ντροπή, που είχαν χάσει. Αν θα ξανακερδίσουν ο ένας τον άλλο κι όλοι μαζί την ζωή τους.
Το ζήτημα είναι αν θα την ξαναβρούμε κι εμείς την ντροπή μας ως θεατές, ως
κομμάτια του ίδιου λίγο-πολύ κόσμου, μιας κοινωνίας χαμένης στις ευκολίες και
στις απολαύσεις της. Κι αυτό αποτελεί τον κυριότερο λόγο για να πάμε ως το
«Θέατρο κάτω από την Γέφυρα», δίπλα στον Σταθμό του Ηλεκτρικού, στο Νέο Φάληρο,
και να δούμε το ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ του Στέφανου Κακαβούλη. Για να ξαναβρούμε την ντροπή μας...
Φωτογραφίες από την παράσταση
Φωτογραφίες από την παράσταση