Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

"ΙΝΤΡΙΓΚΑ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ" - Εικόνες από μια παρουσίαση και λίγα λόγια μ' αφορμή...



Εδώ στον Νότο της Αττικής, πλάι στην θάλασσα, δηλαδή, στο Vive Mar της Βούλας, έγινε χθες, 25/1/2017, η παρουσίαση του πιο πρόσφατου βιβλίου του αειθαλούς Τζίμμυ Κορίνη, που από τον Σαρωνικό μας μετέφερε στο Ιόνιο. Ένα Ιόνιο πολύ λιγότερο τυρκουάζ απ' όσο τόχουμε γνωρίσει και συνηθίσει, ένα Ιόνιο μαύρο σαν την νύχτα και κόκκινο σαν αίμα - χρώματα, δηλαδή, απολύτως φυσικά για την αστυνομική λογοτεχνία και τους συγγραφείς της.
Τέτοια γεγονότα οργανώνονται συνήθως στο κέντρο της Αθήνας, γι' αυτό και πρέπει να ειπωθεί ότι ήταν ιδιαίτερη τιμή για τα Νότια προάστια η πρωτοβουλία αυτή των διοργανωτών. Μια πρωτοβουλία, που δίνει πρώτα-πρώτα την αφορμή να πούμε δυό λόγια για τον συγγραφέα και τον κόσμο του, που είναι και δικός μας! Για το βιβλίο "ΙΝΤΡΙΓΚΑ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ" θα μιλήσουμε σε επόμενο σημείωμα αναλυτικά.  


Ο Τζίμμυ Κορίνης αποτελεί για πολλούς - και σίγουρα για όσους είτε μεγάλωσαν τις δεκαετίες του 50, του 60 και του 70 είτε δεν μεγάλωσαν καθόλου έκτοτε - ένα όνομα οικείο ή ακόμη και θρυλικό, αν είχαν ιδιαίτερη αδυναμία στα αστυνομικά, στις νουβέλες και στα μυθιστορήματα, στα κλασικά περιοδικά της εποχής πριν από την εισβολή της εικόνας και την επικράτηση των comics.


Μολονότι νεώτερος από τους Πατριάρχες του είδους στην Ελλάδα, ακριβώς επειδή ξεκίνησε να γράφει και να δημοσιεύει επ' αμοιβή από την ηλικία των 14 ετών, αποτελεί, νομίζω, κομμάτι μιας γενιάς και μιας κατηγορίας γραφιάδων, που έχει προ πολλού εκλείψει. Οι γραφιάδες αυτοί ήταν άνθρωποι, που ζούσαν το χαρτί κι ανάσαιναν μελάνι όλη μέρα κι όλη νύχτα. Το γράψιμο ήταν η ζωή τους όλη, χωρίς να τους απασχολούν οι εξειδικεύσεις. Έγραφαν ταυτόχρονα σε εφημερίδες και περιοδικά, έγραφαν μυθιστορήματα και διηγήματα, σενάρια και θεατρικά, επιφυλλίδες και χρονογραφήματα... Γενικά έγραφαν και μόνο έγραφαν. Ό,τι μπορούσε να γραφτεί και να διαβαστεί το έγραφαν. Το ζητούσε η εποχή και το σήκωνε κιόλας. Ήταν η εποχή πριν από την τηλεόραση και πριν από το διαδίκτυο, τότε που οι κυκλοφορίες εφημερίδων και περιοδικών μετρούσαν χιλιάδες αναγνώστες καθημερινά. Ίσως ήταν και η εποχή που οι άνθρωποι πίστευαν ακόμη ή πίστευαν περισσότερο σε ήρωες και υπερήρωες.









Ο Τζίμμυ Κορίνης όχι μόνο την πρόλαβε αυτή την εποχή, όχι μόνο γνώρισε τους θρύλους της, αλλά, νεώτατος ο ίδιος, την συνδιαμόρφωσε. Ευτύχησε, πιστεύω, να υπηρετήσει ευψύχως ένα είδος λογοτεχνίας, που μπορεί να ονομάστηκε "παραλογοτεχνία", μπορεί να θεωρήθηκε "παρακατιανό", μπορεί διεθνώς να ορίσθηκε ως "pulp fiction", αλλά δεν ήταν έτσι τα πράγματα.
Κι επειδή δεν ήταν έτσι, γι' αυτό και πιο πρόσφατα επαναξιολογήθηκε συνολικά το είδος και, μάλιστα, όχι με όρους νοσταλγίας, αλλά πιο πολύ με όρους λογοτεχνίας.
Αλλά έκλεισαν έτσι οι λογαριασμοί; Ίσως όχι...
Ίσως εκκρεμεί ακόμη η αξιολόγηση, ειδικά του λεγόμενου "pulp fiction" - των πολποπεριοδικών, όπως τα αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο του ο κ. Κορίνης - από μιαν άλλη, επίσης ενδιαφέρουσα, άποψη: η αξιολόγηση από την άποψη του μεριδίου τους στην καλλιέργεια της δημιουργικής γραφής, στην εμπέδωση της ιερής συνήθειας του διαβάσματος βιβλίων, στην διάδοση αξιών και στην διαμόρφωση ηθικού χαρακτήρα στους μετεφήβους.
Δεν είμαι βέβαιος ότι έχει γίνει τέτοια έρευνα και αξιολόγηση με αναλυτικό και τεκμηριωμένο τρόπο.
Όμως, πάντα βιωματικά μιλώντας, θεωρώ ότι υπήρξε τέτοιο μερίδιο συμμετοχής και, μάλιστα, σημαντικό, και, μάλιστα, σε δύσκολους κι αντίξοους καιρούς. θα έπρεπε.
Αφήνοντας στην άκρη τα comics, που την περίοδο, στην οποία αναφέρομαι, εκπροσωπούνται κυρίως από τα "ΚΛΑΣΙΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ" και αποτελούν άλλο κεφάλαιο, το Ελληνικό μεταπολεμικό παράδειγμα, σ' ό,τι αφορά την εξοικείωση με την λογοτεχνία και τον γραπτό λόγο,  υποδεικνύει μια διαδρομή, που αρχίζει για τον κάθε Έλληνα μάλλον από τα Παραμύθια της Θείας Λένας, για να περάσει εύκολα στα γενικώς παραδεκτά και αποδεκτά αναγνώσματα του Μικρού Ήρωα και του Μικρού Σερίφη.
Εν συνεχεία, καθώς περνάμε στην εφηβική και μετεφηβική ηλικία, παίρνουν σειρά πια η "Μάσκα" και το "Μυστήριο", που κρέμονται μεν εμφανώς στα περίπτερα της εποχής, αλλά περιβάλλονται από μια αχλύ απαγορευμένου καρπού.
Το περιεχόμενό τους, μολονότι με τα σημερινά δεδομένα θα χαρακτηριζόταν αθώο - ούτε καν Κ13, όπως λέγαμε παλιότερα - δεν ήταν ούτε καθολικά ούτε ευμενώς αποδεκτό από τις αστικές οικογένειες της εποχής.
Και δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι νέοι, που τα διάβαζαν κρυφά, δεν ήταν λίγοι εκείνοι, που τα κυκλοφορούσαν χέρι με χέρι, προσέχοντας μη και γίνουν αντιληπτοί. Παρ' όλ' αυτά και μέχρι να ακολουθήσει η εποχή και η επανάσταση των "ΒΙΠΕΡ", αυτά τα περιοδικά αποτελούσαν την πρώτη ευχερή επαφή με την δημιουργική γραφή, τον γραπτό λόγο, την αστυνομική λογοτεχνία και τα μεγάλα ονόματα συγγραφέων και ηρώων του Αμερικανικού πανθέου του είδους. Παράλληλα δε με τα περιοδικά των Ανεμοδουρά και Στρατίκη, σε διαδοχική συστράτευση ο Τζιμ Άνταμς με τον Γιώργο Θαλάσση και τα πνευματικά τέκνα του Γκάρντνερ, του Τσάντλερ, του Χάμετ και τόσων άλλων, περνούσαν ηθικές αξίες στους νέους της εποχής, έπαιζαν έναν κυριολεκτικά ψυχαγωγικό ρόλο. Η εθνική συνείδηση, ο πατριωτισμός, η αντίσταση στον κατακτητή, το κυνήγι και η τιμωρία των κακών και των παρανόμων, ο ηρωισμός και ο αλτρουϊσμός, η ανθρώπινη δικαιοσύνη και η θεία δίκη, όλο το σύστημα των ηθικών κανόνων, που διέπουν ανθρώπινες σχέσεις, οργανωμένες κοινωνίες, μικρές ή μεγάλες, έθνη και Κράτη, περνούν μέσα από τις σελίδες των πολποπεριοδικών και εντυπώνονται με τα ίδια έντονα μαύρα γράμματα σε εφηβικές και μετεφηβικές ψυχές. 
Σ' αυτό το σύμπαν αφομοιώθηκε συνειδητά και αυτό το σύμπαν υπηρέτησε ο Τζίμμυ Κορίνης, που πέρασε κι από τον Κινηματογράφο κι από την Τηλεόραση κι από τον Ειδικό Τύπο των αυτοκινήτων, χωρίς ποτέ να απομακρυνθεί από τον αγαπημένο του γραπτό λόγο, την αστυνομική λογοτεχνία, τους ήρωες και τους αντιήρωες, τους καλούς και τους κακούς, που δεν θα σταματήσουν ποτέ να μας μαγεύουν. Και αυτό είναι ταυτόχρονα το σύμπαν, μέσα στο οποίο βίωσαν τα τρυφερότερά τους 1-2 γενιές Ελληνόπουλων - για να χρησιμοποιήσω τον φορτισμένο χαρακτηρισμό, που χρησιμοποιούσαν και οι Στρατίκης-Ανεμοδουράς για τους πρωταγωνιστές τους και που κάποτε, σε χρόνια λιγότερο παγκοσμιοποιημένα και ομογενοποιημένα σήμαινε πολλά και υπαινισσόταν ακόμη περισσότερα.    
Είναι μεγάλη η διαδρομή του Τζίμμυ Κορίνη και με πολλά ανεβοκατεβάσματα, αλλά, ευτυχώς για όλους, συνεχίζεται ακόμη. Προσαρμοσμένη στις σύγχρονες τάσεις, τον έχει, βέβαια, οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε διαδικτυακές αναζητήσεις και αναβιώσεις της "ΜΑΣΚΑΣ", αλλά και στην συγγραφή ουκ ολίγων ολοκληρωμένων αστυνομικών μυθιστορημάτων.
Το τελευταίο από αυτά, η "ΙΝΤΡΙΓΚΑ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ" κυκλοφόρησε πρόσφατα, με τον συγγραφέα να έχει αρχίσει τον κύκλο των παρουσιάσεων στο κοινό. Οι φωτογραφίες, που ακολουθούν, είναι από την χθεσινή παρουσίαση, στην οποία μίλησαν η Κα Βάσω Παπάκου και οι κκ. Κώστας Παπαπέτρος και Πέτρος Ζουμπουλάκης. Εμείς επιφυλασσόμαστε να μιλήσουμε για το βιβλίο αυτό σύντομα, μόλις το διαβάσουμε...











   
 
         

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

ΕΛΑ ΚΟΝΤΑ

Πρεμιέρα το βράδυ της Κυριακής, 15 Ιανουαρίου, για την Ομάδα Let's Act και το συλλογικό της έργο "Έλα κοντά" στον Τεχνοχώρο "Φάμπρικα" του Κεραμεικού.
Το έργο, απλό στην σύλληψή του, ζωντανεύει χάρις σε μιαν αλληλουχία εύστοχων διαλόγων, που εκφέρονται με άνεση από τους ηθοποιούς, καθώς, αφ' ενός, είναι γραμμένοι στην κοινή γλώσσα  της καθημερινότητάς μας και, αφ' ετέρου, αφορούν σε καταστάσεις, που βγαίνουν από την ίδια αυτή καθημερινότητα.
Απ' όλα τα συναισθήματα, αυτό που θάπρεπε νάναι το πιο απλό είναι ουσιαστικά το πιο περίπλοκο. Η αγάπη, ο έρωτας, η ερωτική έλξη, ο πόθος και η εκδήλωσή του - όλα συνδέονται μεταξύ τους κι όλα ξεκινούν από τον πάντα και εσαεί ανεξερεύνητο πυρήνα των βαθύτερων και πιο ακατανίκητων ενστίκτων του ανθρώπου. Εξ ορισμού ευγενή, αλλά, παρ' όλ' αυτά, η πράξη τα περιπλέκει, τα κάνει όλα ένα κουβάρι συχνά αξεδιάλυτο και μαζί κάνει κουβάρι κι εμάς, τα υποκείμενα και τα αντικείμενα της αγάπης και του έρωτα.
Να φταίει άραγε το σεξουαλικό ένστικτο για τις επιπλοκές; 
Ή, μήπως, οι εγωισμοί; 
Ή, ίσως, το πόσο αχόρταγοι είμαστε και το πόσο ακόμα πιο αχόρταγοι μπορούμε να γίνουμε; 
Ή, τελικά, το ότι είμαστε κτητικοί ακόμη κι όταν δεν πρόκειται για υλικά αγαθά, αλλά για ανθρώπους; Γιατί όταν κάποιος είναι κτητικός, μοιραία γίνεται και κατακτητικός - κι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον εδώ το ότι χρησιμοποιούμε το ρήμα "κατακτώ" για την αγάπη, τον έρωτα, τον συνάνθρωπο...
Δεν υπάρχουν απαντήσεις οριστικές σ' αυτά τα ερωτήματα, που είναι σε όλους μας οικεία, γνώριμα - ακόμη και προσωπικά, τελικά. 
Δεν υπάρχει απάντηση στο γιατί η αγάπη μπορεί από την μια στιγμή στην άλλη να στερέψει, να πάρει λάθος δρόμο, να γίνει από ανάταση το αντίθετό της, να γίνει συντριβή, μίσος! 
Δεν υπάρχει απάντηση στο γιατί ο έρωτας πρέπει ή μπορεί νάναι ταυτόχρονα και πόλεμος. 
Δεν υπάρχει απάντηση στο γιατί να μην είναι όλα απλά.
Το έργο παρακολουθεί την ζωή τεσσάρων νέων ανθρώπων, που μπλέκουν σε ένα τρελλό γαϊτανάκι έρωτα. Ο ένας είναι ζευγάρι με τον άλλο, αλλά όλοι θέλουν κάποιον άλλο από αυτόν, που ήδη έχουν, κι έτσι τα δύο ζευγάρια γίνονται ουσιαστικά τέσσερα - τέσσερα άτομα που φτιάχνουν τέσσερα ζευγάρια. 
Παράλογο; Παράτολμο; Ανήθικο; Ανόητο; Αμαρτωλό; Ποιός μπορεί να δώσει χαρακτηρισμό; Κι ακόμη, ποιός είναι αναμάρτητος; 
Και ποιός μπορεί να δώσει λύση; Υπάρχει λύση; Ή η τραγωδία περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος, έτσι κι αλλιώς;
Οι βασικοί τέσσερις ηθοποιοί της Ομάδας Let's Act, που πρωταγωνιστούν στο έργο, περιφέρονται στην σκηνή, από διάλογο σε διάλογο κι από κατάσταση σε κατάσταση χαμένοι, αγχωμένοι, ανασφαλείς. Μοιάζουν να μην έχουν ούτε προέλευση ούτε προορισμό. Μπορεί να μην ξέρουν τι ακριβώς θέλουν, αλλά θέλουν και με βάση αυτό το "θέλω" ενεργούν, πορεύονται, διασταυρώνονται, ζευγαρώνουν. Βιώνουν τα εντονότερα και βιολογικώς αναγκαιότερα των συναισθημάτων, κατατρώγοντας ο ένας τον άλλο και, τέλος, τον εαυτό τους.
Χυμώδης Τζούλη η Χαρά Ματσούκα, και σπαρακτικά ειλικρινής. 
Ανίκανη, αδύναμη, να κατασταλάξει, αλλά, αντίθετα, πολύ ικανή να μπει στο παιχνίδι της πρόκλησης και να το παίξει όλο, ώς το τέλος, η Ιφιγένεια της Πηγής Μπουκουβάλα, που έχει κάνει και την σκηνοθεσία. 
Χαρακτηριστικά ασταθής στον ατιθάσευτο, όσο και διαρκώς αμφιταλαντευόμενο ερωτισμό του, ο Λουκάς του Φάνη Στάμου. 
Και, τέλος, ο Πάνος Τσαλιγόπουλος, στον ρόλο του Νίκου, για τον οποίο δυσκολεύεσαι να καταλήξεις αν είναι ηθικός ή δειλός, ευγενής ή αφελής ή αν αυτή είναι, απλώς, η μάσκα του στο ατελεύτητο αυτό γαϊτανάκι.
Βλέποντας τον φαύλο αυτό κύκλο, που γυρίζει κάθε Κυριακή στις 7, το απόγευμα, στην μεγάλου Αλεξάνδρου 125 του Κεραμεικού, δεν θα βρείτε απαντήσεις.
Θα διακρίνετε ερωτήσεις, όμως! Πολλές και αμείλικτες..
Μπορεί να μην τις ακούσετε να διατυπώνονται φωναχτά και ξεκάθαρα, αλλά θα τις πιάσετε στον αέρα, θα τις πιάσετε στα κλεφτά βλέμματα των πρωταγωνιστών, βλέμματα, που ολοφάνερα έχουν κεντηθεί από μια πολύ προσεκτική σκηνοθετική επιμέλεια.
Θα τις δείτε τις ερωτήσεις, λοιπόν, μπροστά σας, να ενσαρκώνονται, να προσωποποιούνται, να αποκτούν όνομα, μορφή, να γίνονται ιδρώτας - πότε καυτός πότε παγερός.
Τις απαντήσεις για το αν και τι απ' όλα αυτά αξίζει τον κόπο, την εξουθένωση, τον αφανισμό, θα τις βρείτε μέσα σας. Μόνον εσείς τις έχετε και μόνο για τον εαυτό σας θα ισχύουν!           































 
GreekBloggers.com