Oύτε τα πιο αρχαία ναυάγια δεν κατάφεραν να περάσουν στην σφαίρα του μύθου στον βαθμό που πέρασε και εγκαταστάθηκε εκεί το μόλις προ 100 ετών ναυάγιο του Τιτανικού. Θρύλοι, μύθοι, μικρά και μεγάλα μυστήρια, προσωπικές περιουσίες, ο αμέριμνος χορός, ενώ το εντυπωσιακότερο πλοίο της ναυπηγικής ιστορίας βυθιζόταν, συναποτελούν τα στοιχεία, που από την πρώτη στιγμή ερέθισαν την συλλογική φαντασία. Και εξακολουθούν να την εξάπτουν! Ή, παραφράζοντας μιαν ατάκα του πρωτότυπου έργου: "We are nostalgic for a disaster we never knew!".
To 1993, πριν ακόμη κι από την μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία "Τιτανικός", ο μεγαλωμένος στο Ohio των ΗΠΑ σεναριογράφος και συγγραφέας Jeffrey Hatcher επιχείρησε μια διαφορετική προσέγγιση. Όχι μελοδραματική, όπως η μεταγενέστερη ταινία, αλλά με ενδιαφέρουσες και αιχμηρές κοινωνικές προεκτάσεις. Της έδωσε θεατρικό χαρακτήρα, την τιτλοφόρησε "SCOTLAND ROAD" και ευτύχησε να την δει να ανεβαίνει σε δεκάδες θεατρικών σκηνών, να ερμηνεύεται από πλειάδα ηθοποιών και να γνωρίζει επιτυχία.
Η υπόθεση του πρωτότυπου έργου τοποθετείται στο 1985, 73 χρόνια μετά το ναυάγιο. Μια νέα γυναίκα, ντυμένη με ρούχα του 19ου αιώνα βρίσκεται ζωντανή πάνω σε ένα παγόβουνο και ισχυρίζεται ότι ήταν επιβάτις του μοιραίου πλοίου. Ως εκ θαύματος, έχει επιζήσει αναλλοίωτη! Εμμονικός με το ναυάγιο, ένας πάμπλουτος απόγονος άλλου επιβάτη του πλοίου αναλαμβάνει, με το χρήμα, που διαθέτει, και με ανήθικες μεθόδους, να φωτίσει το μυστήριο, να αποκαλύψει την απάτη, να αποσπάσει στοιχεία και πληροφορίες. Στην προσπάθειά του αυτή επικουρείται από μιαν αμφιλεγόμενη ιατρό και από την υπερήλικη, τελευταία εν ζωή, επιβάτιδα του Τιτανικού, που παραμένει απομονωμένη και καθηλωμένη σε αναπηρική καρέκλα. Η πλοκή εξελίσσεται σε συνθήκες διαρκούς υπερέντασης. Κάθε λέξη, κάθε φράση την προωθεί, αποκαλύπτοντας μύχιες προθέσεις, αντιδεοντολογικούς χειρισμούς, πλαστές και φτιαχτές προσωπικότητες. Κανένας δεν είναι αυτός, που εμφανίζεται αρχικά να είναι - και αυτό είναι μάλλον το άμεσο ρεαλιστικό μήνυμα του έργου: κανείς μας δεν είναι αυτό, που φαίνεται να είναι, κανείς δεν έχει τις προθέσεις, που προβάλλει ότι έχει.
Τα 4 πρόσωπα του "SCOTLAND ROAD" δεν φεύγουν σχεδόν καθόλου από την σκηνή, στα 80 λεπτά της διάρκειας του έργου. Συγκρούονται - συχνά με πρωτοφανή ένταση - υποβλέπουν και αμφισβητούν ο ένας τον άλλο, στριμώχνουν ανελέητα ο ένας τον άλλο, προκειμένου να αποσπάσουν αλήθειες, που δεν είναι διόλου βέβαιο ότι επιθυμούν να ακούσουν ή ότι μπορούν και ξέρουν να διαχειρισθούν. Στο τέλος του έργου μπορεί να έχουν αποκαλυφθεί όλα τα μυστικά, αλλά τελικά αυτά έχουν πιθανότατα πολύ μικρότερη σημασία από αυτή τούτη την αποκάλυψη των χαρακτήρων, που μοιραία περνάει μέσα από την κορύφωση του δράματος. Από την σκοπιά του απλού θεατή, θα σταθώ στις δύο κορυφαίες σκηνές: στην "ανάκριση" της μυστηριώδους γυναίκας από την υπερήλικη επιβάτιδα και στο τελικό ντουέτο του πλούσιου απογόνου με την νεαρή αυτή γυναίκα. Η εξαιρετική μετάφραση των λόγων στην Ελληνική αποδίδεται με ρυθμό και ολοένα αυξανόμενη ένταση, που καθηλώνουν, ειδικά στις δύο αυτές σκηνές.
Ο τίτλος του έργου, "SCOTLAND ROAD", παραπέμπει σε έναν οικισμό λαϊκών στρωμάτων και φτωχών Ιρλανδών μεταναστών του Liverpool. Στον "Τιτανικό", ωστόσο, ίσως όχι τυχαία, αυτή ήταν η ονομασία του διαδρόμου, που διέτρεχε το μήκος όλου του πλοίου και ένωνε τους χώρους της Α' Θέσης με τους χώρους της Γ' Θέσης. Ο ίδιος αυτός μακρύς διάδρομος υπήρξε επίσης καθοριστικός για την εισδοχή των νερών στο πλοίο και για την βύθισή του. Οι συμβολισμοί και οι προεκτάσεις είναι προφανείς, αν λάβουμε υπ' όψιν μας την πολυτέλεια και τον εξοπλισμό της Α' Θέσης του "Τιτανικού", την αντίθεση με τις συνθήκες στην πολυπληθή Γ' Θέση, όπου ίσχυε διαχωρισμός των φύλων και επικρατούσε έλλειψη σωστικών μέσων. Ως αποτέλεσμα, οι περισσότεροι αριθμητικά και αναλογικά νεκροί του ναυαγίου προέρχονταν από την Γ' Θέση.
Σε Ελληνική εκδοχή, το έργο παρουσιάζεται φέτος για πρώτη φορά στην υπόγεια Μουσική Θεατρική Σκηνή του Πολιτιστικού Πολυχώρου Αθηναΐς, στον Βοτανικό, από την Ομάδα Θεάτρου και Χορού MoveInContact, σε σκηνοθεσία Πάρη Μαντόπουλου. Τους ρόλους έχουν αναλάβει, αλφαβητικά, η Εύη Καρρά, η Τζωρτζίνα Μεντόγιαννη, η Μαρίνα Πανηγυράκη και ο Κωνσταντίνος Ρεπάνης.
Οι ρυθμοί, που σωστά και εμπνευσμένα επέλεξε ο σκηνοθέτης είναι γοργοί, το έργο τρέχει απρόσκοπτα.
Οι σκηνές εναλλάσσονται με ταχύτητα, σαν βινιέτες. Παρακολουθούν εξαιρετικά την ρέουσα γλώσσα της μετάφρασης από την Άννα Γιαννικάκη, την Λίζα Παπαζέτη και τον ίδιο τον πρωταγωνιστή Κωνσταντίνο Ρεπάνη. Συνδυάζονται ιδανικά με την συχνά στακάτη εκφορά του λόγου και τονίζονται από μια μελετημένη εναλλαγή φωτισμών, που οφείλεται στον Νίκο Καλατζή.
Η Τζωρτζίνα Μεντόγιαννη, στον ρόλο της αμφιλεγόμενης ιατρού, που - για οικονομικούς λόγους, άραγε; - ενδίδει και μετέχει στο "παιχνίδι" του πάμπλουτου εμμονικού, τηρεί ως επί το πλείστον χαμηλούς τόνους, διεπόμενη από ηθικούς ενδοιασμούς, αμφιβολίες και αμφιταλαντεύσεις για την επιλογή της.
Η Εύη Καρρά, υποβοηθούμενη και από το εντυπωσιακό μακιγιάζ της Μαίρης Σταυρακάκη, αποδίδει πειστικά και, τελικά σπαρακτικά, τον ρόλο της υπερήλικης επιβάτιδος, που βγαίνει από την απομόνωσή της και ξαναζεί το ναυάγιο, προκειμένου να ξεσκεπάσει την μυστηριώδη γυναίκα του παγόβουνου. Η αγωνιώδης σκηνή των ερωταποκρίσεων απολήγει σε απόλαυση ερμηνειών.
Η Μαρίνα Πανηγυράκη, αξιοποιεί στο έπακρο το λιγνό, νευρώδες, σώμα της και την κινησιολογία της για τις ανάγκες του ρόλου. Ακόμη περισσότερο, στο πρώτο περίπου ημίωρο του έργου, πριν αρχίσει να μιλάει, αξιοποιεί ένα μοναδικά δυναμικό, διεισδυτικό,γυάλινο, βλέμμα, για να περάσει απ' ευθείας στην ψυχή του θεατή το εσωτερικό της δράμα, τα μυστικά, που κουβαλάει.
Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Κωνσταντίνος Ρεπάνης, έρμαιο των παθών και των εμμονών του, κεντάει με επιδεξιότητα όλη την γκάμα των δραματικών συναισθημάτων πάνω στον μυστηριακό καμβά του Jeffrey Hatcher. Σοβαρός, σκληρός και άκαμπτος ώς τα όρια της απανθρωπιάς, αποδεικνύεται κυρίαρχος των εκφραστικών του μέσων, για να ανταποκριθεί στην γοργή αλληλουχία των ανατροπών και των συνεπαγόμενων συναισθημάτων.
Τελικό συμπέρασμα από την παράσταση, που παίζεται κάθε Παρασκευή και Σάββατο, είναι πως αξίζει να την δει ο θεατής. Όσο κι αν τον ξενίσει η βασική ιδέα ως σουρεαλιστική, η θεατρική απόλαυση υπερβαίνει άμεσα και γρήγορα την απιθανότητα της κατάστασης. Στην θέση της κυριαρχεί το μυστήριο, κυριαρχεί η σκηνική απόδοση των εμμονών και των παθών, των μυστικών, που καθορίζουν ζωές και συμπεριφορές, μέχρι να τα ξεφορτωθούμε ή να τα βγάλουμε από μέσα μας - αν ποτέ αξιωθούμε να το καταφέρουμε. Κι αυτό, υποθέτω, είναι ακριβώς ό,τι ονομάζουμε θεατρική κάθαρση!
Όλες οι φωτογραφίες από την παράσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου