Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Από Μηχανής Θέατρο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Από Μηχανής Θέατρο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019

Η ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ στο Μεταξουργείο



Δεν είναι πολύ συνηθισμένο να εντρυφούν στο αρχαίο δράμα οι νεώτεροι ηθοποιοί. Γι' αυτό κι όταν συμβαίνει οφείλουμε όλοι να κοντοστεκόμαστε καλοπροαίρετα, να κρίνουμε το εγχείρημα έτσι κι αλλιώς ελπιδοφόρο, να εκτιμούμε την αναμέτρηση της νεανικής καλλιτεχνικής ορμής με το κλασικό.
Ακόμη λιγότερο συνηθισμένο είναι αυτή η αναμέτρηση να λαμβάνει χώρα στην καρδιά του Αθηναϊκού Καλοκαιριού σε κλειστό θέατρο. Στο στοίχημα του καλλιτεχνικού αποτελέσματος προστίθεται τότε και το στοίχημα της προσέλκυσης θεατών.
Αυτά τα δύο στοιχήματα είχε μπροστά του ο Άρης Ηλίας Τοπάλογλου, όταν, με μιαν ομάδα έξι ακόμα ομηλίκων ηθοποιών, διάλεξαν να μετάσχουν στον θεσμό του Summer Stock Theater και του Προγράμματος "Ο Αριστοφάνης αλλιώς", ανεβάζοντας την "Λυσιστράτη" στο "ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗΣ ΘΕΑΤΡΟ" του Μεταξουργείου, στον πεζόδρομο της Ακαδήμου 13. Η Κάτω Σκηνή του Θεάτρου, ομολογουμένως άψογα κλιματιζόμενη, ξεκίνησε από τα μέσα του Ιουνίου και θα φιλοξενεί το εγχείρημα της Ομάδας αυτής για δύο ακόμα παραστάσεις, Πέμπτη 11 και Σάββατο 13 Ιουλίου, με έναρξη στις 9 μ.μ. 
Δύο στοιχήματα, λοιπόν, που ευτυχώς δεν φόβισαν κανέναν από τους συντελεστές!


      
Η υπόθεση της "Λυσιστράτης", της πιο γνωστής και δημοφιλούς κωμωδίας του Αριστοφάνη, είναι λίγο πολύ γνωστή σε όλους. Η Αθηναία Λυσιστράτη πείθει  τις γυναίκες της εποχής της να προβούν και να τηρήσουν πιστά ερωτική αποχή, μέχρι να πεισθούν οι άνδρες να συνάψουν ειρήνη και να δώσουν τέλος στον Πελοποννησιακό πόλεμο, που απειλούσε ολόκληρο τον Ελληνισμό. Ο επώνυμος ρόλος είναι για τους παλιότερους ταυτισμένος με την μεγάλη πρωταγωνίστρια του ΕΘΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ, Μαίρη Αρώνη, που τον "μονοπωλούσε" επάξια και με τεράστια επιτυχία επί πολλά χρόνια στα Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.


Φυσικά, το γεγονός αυτό δεν απέτρεψε στο πέρασμα των χρόνων πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις του κλασικού κειμένου και προτάσεις ανεβάσματος λιγότερο ή περισσότερο πρωτοποριακές και επικαιροποιημένες, για να συγκινηθεί ο σύγχρονος θεατής. Ο Άρης Ηλίας Τοπάλογλου, που ερμηνεύει και σκηνοθετεί, με την ομάδα του, αποτελούμενη από την Μαρία Ελευθεριάδου, τον Νίκο Δήμα, την Κατερίνα Καλουμένου, τον Κωνσταντίνο Μυλωνά, την Μυρτώ Μπέρνχαρτ  και την Sally Al Dabbas, επιχείρησαν μια νεανική προσέγγιση. Με λιτά μέσα, κοστούμια και σκηνικά, που επιμελήθηκε η Όλγα Σαλιώρα και προέρχονται από το στοκ του Θεάτρου, και με την μετάφραση του Δημ. Δημητριάδη, φρεσκάρουν το έργο και το ανέβασμά του, χωρίς να πέφτουν ούτε στις γνωστές παγίδες της εύκολης, αγοραίας, επικαιροποίησης ούτε στην ακατάσχετη, άσκοπη, βωμολοχία ούτε, κυρίως, σε εντυπωσιακούς νεωτερισμούς. Ασφαλώς υπάρχει η τολμηρή γλώσσα του Αριστοφάνη, όπου και όσο χρειάζεται, ασφαλώς υπάρχουν οι τολμηρές και οι πολύ τολμηρές χειρονομίες, που ταιριάζουν στο θέμα και στην πλοκή του έργου, ασφαλώς υπάρχουν και τα νεωτεριστικά ευρήματα, αλλά όλα υπηρετούν την παράσταση και την ουσία της, εναρμονίζονται χωρίς ποτέ να ξεχειλίζει το ποτήρι. Το μέτρο αυτό επιτρέπει στον θεατή να επικεντρωθεί λίγο περισσότερο στο έργο και στα διαχρονικά του νοήματα, του επιτρέπει ακόμη να παρατηρήσει με μεγαλύτερη προσοχή τις ερμηνείες των ηθοποιών, τα σώματα που ιδρώνουν στην σκηνή, τον φορτισμένο λόγο, το πάθος, τελικά, των νέων ανθρώπων, που αναμετρώνται πιασμένοι χέρι-χέρι με ένα κλασικό κείμενο.
Μέσα από την νεανική, αλλά ισορροπημένη, σκηνοθετική ματιά του Τοπάλογλου, το έργο γίνεται έργο συνόλου, χωρίς πρώτους και δεύτερους ρόλους. Γίνεται, όμως, επίσης και πολύ σωματικό, ιδιοφυώς σωματικό. Τα σώματα δεν υπερκαλύπτονται από τον θεατρικό λόγο, την ποιητική απαγγελία, την πολιτική ρητορεία. Κάθε άλλο! Τα σώματα, έρχονται πλέον να δικαιώσουν την έμπνευση και την επιχειρηματολογία της Λυσιστράτης, πρωταγωνιστούν ισομερώς, κάνουν έντονη την παρουσία τους, έτσι όπως πάλλονται, έτσι όπως εφάπτονται και τέμνονται διαρκώς. Τα σώματα, με δυό λόγια, πείθουν ως όπλα και επιχειρήματα της Λυσιστράτης και των γυναικών, που την ακολουθούν στον αγώνα της. Τα γυναικεία προκαλούν και τα ανδρικά υποφέρουν, στην πορεία προς την επίτευξη του ιερού σκοπού!
Κι όσο ο λόγος των ηθοποιών υποστηρίζει τις ιδέες τους, άλλο τόσο τα σώματά τους έρχονται να υπογραμμίσουν τον λόγο τους. Επιμελημένες από την Χρυσηίδα Λιατζιβίρη, οι κινήσεις των σωμάτων, κινήσεις ακριβείας και συγχρονισμένες συχνά στα όρια της χορογραφίας, έχουν λόγο ύπαρξης, προωθούν την πλοκή, χρωματίζουν τα δρώμενα με τα πιο έντονα χρώματα, χτίζουν τους θεατρικούς χαρακτήρες από κοινού με τον λόγο του Αριστοφάνη.
Υπό τους όρους αυτούς, δεν είναι παράξενο που η θεατρική αυτή ομάδα κέρδισε και τα δύο στοιχήματα. Έδωσε μια πολύ ζωντανή "Λυσιστράτη", μια παράσταση, που κυλάει με γρήγορους ρυθμούς και με ένταση, χωρίς να πελαγοδρομεί από μοντερνιά σε μοντερνιά - και, ας το πούμε κι αυτό, την έδωσε σε ικανό αριθμό θεατών. Όταν καταφέρνεις να έχεις τόσο πολλούς θεατές σε κλειστή Αίθουσα, μεσούντος του Ιουλίου, σημαίνει όχι μόνο ότι κάτι κάνεις καλά αλλά και ότι αυτό το κάτι κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα. Κάνουν θόρυβο στην Αθήνα τα παιδιά με αυτή τους την "Λυσιστράτη", έχουν βάλει ψυχή και σώμα εκεί μέσα, και αξίζουν την προσοχή μας!           


               
     

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2019

Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ στο "Από Μηχανής Θέατρο


Η Άνω Σκηνή του "Από Μηχανής Θεάτρου" (Ακαδήμου 13, στο Μεταξουργείο) είναι ιδιαίτερα μεγάλη, τόσο σε μήκος όσο και σε βάθος. Και γι' αυτό επιβλητική. Και γι' αυτό υποβλητική. Που γίνεται ακόμα υποβλητικότερη, καθώς τον θεατή, που μπαίνει για να παρακολουθήσει την παράσταση "Η Διαθήκη της Μαρίας", υποδέχεται μια καθιστή, σιωπηλή, γυναίκα, της οποίας ουσιαστικά φωτίζεται μόνο το πρόσωπο. Η καρέκλα είναι κι αυτή ασυνήθιστα μεγάλη, όπως και η αίθουσα. Και η γυναίκα μόνη, σχεδόν πολύ μικρή, αναλογικά.
Αυτή, όμως, είναι η Μαρία. Η μητέρα του Ιησού, η Παναγία των Χριστιανών, όπου γης, που στο πολύκροτο πεζογράφημα του Κολμ Τόιμπιν δεν είναι τίποτε απ' αυτά.



Η Μαρία του Τόιμπιν είναι... μονάχα η Μαρία. Μια απλή γυναίκα, μια ακόμα μάνα, που βίωσε τον απόλυτο πόνο του θανάτου του παιδιού της και ακόμα προσπαθεί να βρει το νόημα και το γιατί της απώλειας αυτής, το αν έπρεπε και το αν άξιζε. Η Μαρία είναι τόσο μικρή και αδύναμη μπροστά σε μια κατάσταση, που την ξεπερνά. Κι ανάμεσα σε ανθρώπους που βρήκαν στο πρόσωπο του γιου της, στις ιδέες του και στην θυσία του, την ευκαιρία να στήσουν μια νέα θρησκεία, ένα ολόκληρο σύστημα, έναν φρέσκο μηχανισμό.
Αυτή είναι η Μαρία του Τόιμπιν, που ζει φορτωμένη μνήμες, πόνο και πίκρα, εξόριστη στην Έφεσο, σαν για να μη δυσκολέψει το εγχείρημα, να μη θολώσει την εξιδανίκευση του γιου της, να μην τον επαναφέρει στις ανθρώπινες διαστάσεις - τις δικές του και τις δικές της...

Το κείμενο του Τόιμπιν είναι προσανατολισμένο σ' αυτήν ακριβώς την ανθρώπινη διάσταση της Μαρίας και του γιου της, του δράματος της θυσίας του, που χαρακτηρίσθηκε στην συνέχεια Θείο Δράμα. Μια ανθρώπινη θυσία πολύ πέρα από τα εγνωσμένα ανθρώπινα όρια αντοχής, μια ιστορία με πανανθρώπινες προεκτάσεις και συνέπειες, που, ωστόσο, διόλου δεν αφορούν μια μάνα, που έχασε το παιδί της, διόλου δεν την παρηγορούν. Καθώς βουλιάζει στα χρόνια, στις αναμνήσεις και στην απερίγραπτη οδύνη, αδυνατεί ή αρνείται να  συμμερισθεί και να κατανοήσει όσα έγιναν κι όσα γίνονται γύρω της, όσα χτίζονται πάνω στο όνομα του παιδιού της.

Η Ασπασία Κράλλη στον επώνυμο ρόλο του θεατρικού μονόλογου, που προήλθε από την διασκευή της νουβέλας του Τόιμπιν, είναι, με μια λέξη, συγκλονιστική! Σε ένα πρώτο επίπεδο, ο λόγος της χαρακτηρίζεται από εξαιρετική άρθρωση, σταθερότητα φωνής και αξιοπρέπεια, που υποστηρίζεται αποτελεσματικά και από την γλώσσα του σώματος. Η Μαρία της μπορεί να είναι - και είναι - γερασμένη και πονεμένη, αλλά στέκεται στον κόσμο και απέναντι σε όσους αξιοποιούν καταλλήλως την τραγωδία του γιου της με απόλυτη αξιοπρέπεια. "Πηγαίνει στην πεποίθησή της", χωρίς κραυγές απόγνωσης, φωνασκίες και μελοδραματισμούς. Μοιράζεται από σκηνής τις αβάσταχτες μνήμες της, μία προς μία, με λεπτομέρεια και διαύγεια τόση, ώστε ο θεατής να οδηγηθεί συνειδητά στο δεύτερο επίπεδο, στο υπόβαθρο των συναισθημάτων της και του άφατου πόνου της απώλειας. Εκείνη, ο άνθρωπος Μαρία, που δεν άντεξε να παραστεί ώς το τέλος στο μαρτύριο, που συχνά φοβήθηκε, που πάσχισε να αλλάξει έγκαιρα τα μυαλά του γιου της και να τον σώσει από το μαρτύριο, σταλάζει μία μία τις μνήμες της μπροστά μας ώς να κοκκινήσει ολότελα το σύμπαν της, που, στο τέλος πια του έργου, έχει γίνει και δικό μας σύμπαν. Άξιζε τόση αδικία, άξιζε να χυθεί τόσο αίμα ζεστό; Υπάρχει σκοπός, ιδέα, αξία, που να δικαιώνει τον θάνατο οποιουδήποτε, που να καταξιώνει τον αμετάκλητο χαμό έστω και μιας ανθρώπινης ζωής;
Οι φωτισμοί του Γιώργου Αγιαννίτη και η μουσική επιμέλεια της παράστασης από τον Ξενοφώντα Νικολάου παίζουν τον δικό τους καθοριστικό ρόλο από την αρχή ώς το τέλος. Η μουσική υπόκρουση δημιουργεί την ατμόσφαιρα, που χρειάζεται κάθε θεατρική εικόνα. Οι φωτισμοί, άλλοτε γλυκύτεροι κι άλλοτε σκληροί, ανελέητοι, κι άλλοτε πάλι παίζοντας με τις σκιές, αναδεικνύουν τις διαδοχικές εκφράσεις του προσώπου και του σώματος.
Οι επιλογές σκηνικών και κοστουμιών της Αγγελικής Αθανασιάδου και της Λήδας Σπερελάκη δείχνουν μελέτη της εποχής, έμπνευση, καλαισθησία και φαντασία.



Τα έπιπλα και τα σκεύη του σπιτικού της Μαρίας είναι αυτά, που νοιώθεις ότι θα μπορούσε πραγματικά να έχει, ενώ, παράλληλα, εξυπηρετούν καταφανώς τόσο την ροή της πλοκής όσο και τα διόλου λίγα σκηνοθετικά ευρήματα του Δημήτρη Μυλωνά. Ο σκηνοθέτης της παράστασης αντιμετώπισε ασφαλώς με πολλή στοργή και εκτίμηση το κείμενο. Αλλά και με πολύ καρποφόρο προβληματισμό. Η σκηνοθεσία του Μυλωνά πηγαίνει πέρα από την επιμελή και στοχευμένη καθοδήγηση της πρωταγωνίστριας, Ασπασίας  Κράλλη. Προσδίδει με τους τρόπους και τα ευρήματά της θεατρικότητα στον μονόλογο και διατηρεί αμείωτη την εγρήγορση του θεατή, δημιουργώντας όχι απλώς αίσθηση δράσης, αλλά πραγματική δράση, που κορυφώνεται με την εισαγωγή του Χορού στο "Δεύτερο Μέρος" της παράστασης. Tα μέλη του Χορού, Γιώργος Ημέρης, Αντώνης Καραστεργίου, Γιάννης Ντάσιος, Νάνσυ Ρηγοπούλου και Χριστίνα Σκλαβάκη, εισέρχονται και κινούνται δυναμικά στην σκηνή. Σιωπηλοί και μασκοφόροι, αξιοποιούν αναγκαστικά το μόνο άλλο μέσο έκφρασης, που διαθέτουν, το σώμα τους, που αποδεικνύεται εδώ πλαστικό και εύγλωττο.



Η Μαρία του Τόιμπιν, η Μαρία του Μυλωνά, η Μαρία της Κράλλη, αφήνει τελικά μιαν αιώνια παρακαταθήκη σε μια γλώσσα ανεπιτήδευτη, βαθιά ανθρώπινη, μοναδικά και ουσιαστικά μητρική. Είναι η γλώσσα της Μαρίας, πριν γίνει Παναγία, της Μαρίας, που ούτε τόθελε να γίνει Παναγία ούτε νοιώθει άνετα στα ρούχα, που της ράψανε Ευαγγελιστές, Απόστολοι και Μαθητές. Η Μαρία το παιδί της μονάχα ήθελε, τον γιο της ζωντανό κοντά της. Άλλη αξία για μια μάνα αυτός ο κόσμος δεν έχει. Ούτε είχε ούτε θάχει ποτέ! 

            

       
      
       
 
GreekBloggers.com