Πριν από σχεδόν 1,5 μήνα, στις 17 Νοεμβρίου 2017, κυκλοφόρησε επίσημα από τις Εκδόσεις του ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΥ ένα CD αρκούντως διαφορετικό από τα ακούσματα του συρμού, στα οποία έχουν συνηθίσει τα αυτιά μας. Το "ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΣΕΝΑ", σε μουσική και στίχους - αλλά και ερμηνεία στα περισσότερα τραγούδια - του Γιώργου Νικητόπουλου θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηρισθεί Χατζιδακικό ως προς την ατμόσφαιρα στην οποία παραπέμπει. Ο Νικητόπουλος, όντας και μουσικός παραγωγός του BOEM RADIO, έχει επαρκέστατη γνώση του συνόλου των μεταπολεμικών μουσικών μας πραγμάτων, ενδιαφέρουσες απόψεις για το Ελληνικό τραγούδι και σαφείς εκλεκτικές συγγένειες με τον Μάνο Χατζιδάκι της ύστερης περιόδου.
Οι εκλεκτές ευαισθησίες και οι χαμηλοί τόνοι μπορεί να μην ταιριάζουν στην εποχή μας - εποχή κραυγών και συνθημάτων - αλλά, παρ' όλ' αυτά, ο Νικητόπουλος, εκκινώντας στιχουργικά και συνθετικά από αυτή την μήτρα, κατόρθωσε να συγκεντρώσει έναν αριθμό όχι λίγων συντελεστών, οι οποίοι κατανόησαν το υλικό του και μοιράσθηκαν το όραμά του για το τελικό αποτέλεσμα. Αν κρατάμε πια στα χέρια μας το "ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΣΕΝΑ", τούτο σημαίνει, αν μη τι άλλο, πως η ομάδα, που συγκρότησε ο Νικητόπουλος, βρήκε τις αισθητικές ατραπούς, βρήκε πού και πώς να πατήσει, ώστε αυτό το τελικό αποτέλεσμα να αφορά κι εμάς και να μας αφορά σήμερα. Κατόρθωμα διόλου εύκολο και διόλου αμελητέο - κατόρθωμα, που με κάνει κι εμένα να προσπαθήσω να αποτυπώσω εδώ σκέψεις, που μου γεννήθηκαν για κάθε τραγούδι χωριστά.
01. Καριέρα
Το πρώτο τραγούδι του δίσκου κινείται σε ειρωνικούς τόνους, με την ειρωνία του τραγουδοποιού να απευθύνεται ευφυώς πότε στους άλλους και πότε στον εαυτό του. Ο καριερίστας του στιχουργού Νικητόπουλου είναι ειλικρινής σε σημείο κυνισμού και ο συνθέτης Νικητόπουλος του σκαρώνει μια παιχνιδιάρικη μελωδία για να πατήσει ο στίχος. Κατόπιν, αναλαμβάνει τα ηνία ο ερμηνευτής Νικητόπουλος, που παίρνει ύφος κομπέρ σε καμπαρέ κι ανεβαίνει με σιγουριά στην σκηνή για να κηρύξει το ευαγγέλιο του καριερίστα.
02. Σε μια σκηνή
Το δεύτερο τραγούδι του δίσκου ανοίγει στον ακροατή μια πόρτα πλατειά προς τον συναισθηματικό κόσμο του τραγουδοποιού. Ο Νικητόπουλος αξιοποιεί το πέρασμά του από την ηθοποιία και εμπνέεται στιχουργικά από έναν κόσμο πλασμένο από και για τα πιο πλούσια και τα πιο αντίθετα μεταξύ τους συναισθήματα, τον κόσμο των ηθοποιών και του θεάτρου. Το "Αχ" του, με το οποίο ανοίγουν οι περισσότεροι από τους στίχους του τραγουδιού, είναι ταυτόχρονα "αχ" προσπάθειας και κόπων, "αχ" προσδοκιών και ελπίδων, "αχ" λαχτάρας" και "αχ" ανακούφισης, "αχ" διαψεύσεων και "αχ" δικαιώσεων. Οι στίχοι δεν είναι πολλοί - μόλις 12 - αλλά το συγκεκριμένο "αχ" του Νικητόπουλου είναι τόσο βαθύ και μακρόσυρτο, που η γλυκειά μελωδία χρειάζεται εδώ σχεδόν 4,5 λεπτά για να ξεδιπλώσει όλα αυτά τα συναισθήματα, που βιώνει ο κάθε ηθοποιός. Ο Νικητόπουλος μένει πιστός στο βασικό του θέμα, τον ηθοποιό κι όσα νοιώθει μπροστά στο σανίδι του θεάτρου. Δεν παραλείπει, όμως, να επιτρέψει στον ακροατή μια σύντομη, περαστική, ματιά, στο παραπονεμένο ερωτικό του σύμπαν. Φυλάει ένα από τα "αχ" του, ένα ερμηνευτικά σπαρακτικό "αχ", για έναν έρωτα εκκρεμή (;), μετέωρο (;), αδικαίωτο (;), ελλιπή (;): "Αχ, έτσι κι εσύ που μ' αγαπάς, κορμί κλειστό...", λέει, ενθέτοντας με μαεστρία το προσωπικό μέσα στο γενικό και κάνοντάς μας έτσι να νοιαστούμε λίγο παραπάνω.
03. Το σπίτι
Ακολουθεί, τρίτο, ένα από τα πιο τρυφερά κι "αγαπησιάρικα"- όχι στενά ερωτικά - τραγούδια του δίσκου. "Το σπίτι" είναι μια αλληγορία, που αναλαμβάνει να ερμηνεύσει η Αγγελική Τουμπανάκη, νέα επιστήμων, με εξαιρετικά ενδιαφέρουσα φωνή και jazzy μουσικές ανησυχίες, τις οποίες καλλιεργεί παράλληλα και δημιουργεί δικαίως αίσθηση. Πατώντας πάνω σε στίχους, που δεν είναι μόνο συναισθηματικοί, αλλά δίνουν κι ένα πολύ ιδιαίτερο, ενδιαφέρον, περιεχόμενο στην αγάπη, όταν δηλώνουν "Τοίχους που πέφτουν πάλι να χτίσεις, νάχω να ρίχνω, στο σ' αγαπώ να συνηθίσεις", η Τουμπανάκη προσδίδει διακριτές jazzy αποχρώσεις στην σύνθεση και μας την παραδίδει ολοκληρωμένη και ακέραια, για επαναλαμβανόμενη ακουστική απόλαυση.
04. Κότες
Οι "Κότες" είναι ένα αρκούντως σατιρικό κομμάτι, καταφανώς το πιο ρυθμικό και παιχνιδιάρικο του δίσκου. Ο Νικητόπουλος έχει παρατηρήσει κότες και κοτέτσια τόσο όσο και τους ανθρώπους της μεγάλης πόλης, ώστε επιχειρεί εκ του ασφαλούς κάποιους ακριβείς παραλληλισμούς. Οι στίχοι προδίδουν πνεύμα, φανερώνουν ένα δηκτικό, άλλά όχι άδικο, χιούμορ, και η μελωδία τους ντύνει καταλλήλως. Στο τέλος, έρχεται ο ίδιος ο τραγουδοποιός να ερμηνεύσει το τραγούδι του, επιλέγοντας να ανεβάσει εδώ την φωνή του και να την φορτίσει με ανάλογα παιχνιδιάρικους τόνους. Όσο για τον ρυθμό, θα τολμήσω να πω ότι παραπέμπει σε εκείνον τον χαρακτηριστικά ρυθμικό τρόπο με τον οποίο οι κότες υψώνουν επαναληπτικά το κεφάλι, αφού τσιμπάνε κάτι.
05. Καπνός
Με τον "Καπνό", η ατμόσφαιρα επιστρέφει στην πίκρα της χαμένης αγάπης, στα χρέη και στα μείον, που άφησε στο διάβα της, στις ανηφοριές, που ο παρατημένος απόμεινε να ανεβαίνει μόνος. Ο παρατημένος δημιουργός δεν εμφανίζεται διεκδικητικός. Αποδέχεται στωικά την επιλογή του άλλου, την απώλεια. Ακόμη περισσότερο, πάντως, δείχνει να την βιώνει, να θέλει, να επιθυμεί να την βιώσει στην ολότητά της.
Σιγοτραγουδώντας μαζί με τον ερμηνευτή, αβίαστα σχηματίζουμε την εικόνα του παρατημένου εραστή, που συνεχίζει μόνος, ένας πια, μια πορεία, την οποία είχαν χαράξει δύο μαζί. Τον διακρίνουμε, παρ' όλ' αυτά, να φέρει τον άλλο μαζί του ως επί πλέον φορτίο, να φοράει τα ρούχα του κάτω από τα δικά του, δεύτερο δέρμα.
Το μοτίβο του ερωτικού παραπόνου χαρακτηρίζει τον στίχο και την μουσική σύνθεση, αλλά και την ερμηνεία από τον ίδιο τον Νικητόπουλο. Είναι, όμως, ένα παράπονο μεγαλόφωνο εδώ, δεν είναι ψιθυριστό και χαμηλότονο.
06. Σε κάποια βόλτα
Στην έκτη θέση μας περιμένει ένα τραγούδι κυριολεκτικά αναπάντεχο. Κινείται σε πολύ διαφορετικό κλίμα, είναι βγαλμένο από μια ξεκάθαρα διαφορετική ψυχική κατάσταση του τραγουδοποιού, που στον στίχο διατηρεί τους διακριτούς χαμηλούς τόνους, που τον χαρακτηρίζουν, αλλά ανεβάζει ταχύτητα στην εμπνευσμένη μουσική σύνθεση.
Το τραγούδι είναι βαρύ και αμιγώς λαϊκό. Πηγάζει, λες, από μεγάλο νταλκά, έχει σμιλευτεί με χειρονομίες ζεϊμπέκικου σε ώρα νυχτερινή προχωρημένη, μπροστά σε παλιό λαϊκό πάλκο, με την ορχήστρα να παρακολουθεί με σεβασμό. Ξεχωρίζει κι επικρατεί, ακατανίκητος και διαυγής, ο ήχος του μπουζουκιού του Νίκου Κατσίκη, που κεντάει πενιά-πενιά τον καϋμό. Στιβαρή η φωνή και λιτή η ερμηνεία της Παυλίνας Κατσή, όπως πρέπει στο ασήκωτο μαράζι, στην ειλικρινή ικεσία του ερωτευμένου.
07. Χωρίς
Λαϊκά μονοπάτια επιλέγει ο δημιουργός για να ντύσει μουσικά έναν ακόμη χωρισμό, βιωμένο διαφορετικά στο "Χωρίς". Η Παυλίνα Κατσή διαθέτει έτσι κι αλλιώς μια φωνή στέρεη και στιβαρή, που ταιριάζει στην οπτική του τραγουδιού για μια γυναίκα, που παραμένει βέβαιη ότι έχει σημαδέψει για πάντα τον πρώην. Δεν θα μπορέσει ποτέ να την αποτάξει, τον έχει δικάσει και καταδικάσει σε ισόβια με τον τρόπο της. Η Κατσή εκφέρει το δικό της "Αχ" στο "Χωρίς", που, όμως, βρίσκεται στον αντίποδα του "Αχ" του Νικητόπουλου στο "Σε μια σκηνή". Εδώ συναντάμε το "Αχ", όπως άχτι, το "Αχ" τι σε περιμένει, το "Αχ" και θα δεις εσύ. Ενδιαφέρουσα στιχουργική και συνθετική στροφή για τον δημιουργό, που δίνει την ευκαιρία στην Κατσή να χρωματίσει ερμηνευτικά έναν άλλο τύπο γυναίκας - τον αντίστοιχο του άνδρα στο "Υπάρχω" του Καζαντζίδη, ίσως.
08. Πουκάμισο καρό
Αξίζει ιδιαίτερη προσοχή στο κομμάτι αυτό και στην αλληλουχία των οικείων εικόνων, που υποβάλλει στον ακροατή ο στιχουργός. Ο Νικητόπουλος ξεκινάει από ένα κοινό πουκάμισο καρό, που το βλέπει, το μελετάει, το περιγράφει αναλυτικά και εξαντλητικά από όλες τις πλευρές του χώρου και του χρόνου, δημιουργώντας μιαν αλληγορία για τα είδωλα της παιδικής ηλικίας, τα είδωλα της αγάπης, τα είδωλα, που διαψεύδονται ή που τα διαψεύδουμε στο πέρασμα του χρόνου. Η ερμηνεία του Νικητόπουλου κινείται σε αποφασιστικούς τόνους εδώ. Δείχνει να ξέρει για τι μιλάει, μέσα από το καρό πουκάμισο, δείχνει να ξέρει τις κινήσεις του από τετράγωνο σε τετράγωνο, να μη μετανοιώνει, να δέχεται όσα έγιναν κι όσα ακόμα θα γίνουν. Και για την χειρότερη των περιπτώσεων, κρατάει "μαύρο κουμπί ανταλλακτικό".
09. Κάτι από σένα
Η μελαγχολική σύνθεση, που έδωσε και τον τίτλο στον δίσκο, ιχνογραφεί τον ευαίσθητο ψυχισμό του Γιώργου Νικητόπουλου. Το ερμηνεύει ο ίδιος με όλην εκείνη την ανάμεικτη με πείσμα πικρία του χωρισμένου. Πόσο οικεία αυτή η εμμονή, ο διαρκής μονόλογος, που φαντάζεται πως είναι διάλογος με το χαμένο αντικείμενο του πόθου, την χαμένη αγάπη.
"Ό,τι χωρίζει πάντα ορίζει ό,τι του μοιάζει για αγαπημένο" είναι ο στίχος - κλειδί του τραγουδιού, ίσως κι ο στίχος - κλειδί όλου του δίσκου. Ενσωματώνει νοσταλγία και πείσμα μα κι έναν αυτοσαρκασμό, που (θαρρεί πως) κρύβεται στο "μοιάζει", ένα ρήμα, που υπονομεύει όλο το στιχούργημα.
10. Σονέτο 116
Για το φινάλε του δίσκου, ο Νικητόπουλος επιλέγει ένα σονέτο του Shakespeare, στην κλασική του Ελληνική μετάφραση από τον Βασίλη Ρώτα. Ο Shakespeare υμνεί και ορίζει από καθέδρας με απόλυτη βεβαιότητα την αγάπη και τα χαρακτηριστικά στοιχεία της και ο Νικητόπουλος επιλέγει μια θεατρική προσέγγιση και μια θεατρικού ύφους μουσική σύνθεση για να μας περάσει την ιδέα και τα μηνύματα του μεγάλου Άγγλου για την αγάπη. Το κομμάτι ανοίγει με απαγγελία του Κώστα Μπερικόπουλου, τον οποίο ακολουθούν αποφασιστικά εν χορώ ο συνθέτης, με τους ηθοποιούς Κ. Ρεπάνη και Θ. Λέκκα και την Παυλίνα Κατσή.
Θεωρώ πως με το συγκεκριμένο σονέτο ο Νικητόπουλος κλείνει ιδανικά το CD. Το κλείνει με μια κατάφαση στην αγάπη, στην υπόστασή της, στην σημασία της. Παρ' όλους τους πικρούς στίχους των τραγουδιών, που έχουν προηγηθεί, παρ' όλους τους χωρισμούς, τις προδοσίες, τις διαψεύσεις, τις ματαιώσεις, η αγάπη υπάρχει και θα εξακολουθεί να υπάρχει στην ζωή των ανθρώπων, η αγάπη "θα βρει την άκρη πάντα και παντού.".
Αισιόδοξο μήνυμα, αισιόδοξη επιβεβαίωση, που ο Νικητόπουλος μας φυλάει για το τέλος και καλά κάνει!
Σημ.: Το φωτογραφικό υλικό αποτυπώνει στιγμές από τις διαδικασίες ηχογράφησης του CD. Ευχαριστώ θερμά τον Γιώργο Νικητόπουλο για την πρόταση, που μου έκανε, να παρακολουθήσω όλη αυτή την διαδρομή και να εικονογραφήσω το "ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΣΕΝΑ".
3 σχόλια:
όντως πολύ όμορφη δουλειά, κι εσύ το "κριτικάρεις" έχοντας ακούσει καλά κι όπως πρέπει όλα τα κομμάτια (για τις φώτο τι να λέμε, τα έχουμε πει πολλές φορές...)
Είναι σπουδαία δουλειά κι ελπίζω να βρει την ανταπόκριση, που της αξίζει! Σ' ευχαριστώ, ΒΡ!
Εξαιρετική δουλειά πραγματικά. Τις χρειαζόμαστε τέτοιες προσπάθειες.
Δημοσίευση σχολίου