Η πιο σκληρή πραγματικότητα είναι συχνά εκείνη, που αρχίζει από ένα αστείο, μια φαινομενικά ανέξοδη φάρσα, μιαν επιπολαιότητα, και καταλήγει σε τραγωδία.
Δεν σπανίζουν γύρω μας τέτοιες καταστάσεις. Αστεία, φάρσες, απερίσκεπτα σχόλια, που, ωστόσο, θίγουν τα ψυχικά τρίσβαθα του άλλου, βγαίνουν μερικές φορές εκτός ελέγχου και παίρνουν δρόμους χωρίς επιστροφή.
Μια τέτοια υπόθεση, εμπνευσμένη από το κινηματογραφικό έργο "Truth or Dare" (2012) του Robert Heath, απασχόλησε δημιουργικά το συγγραφικό και σκηνοθετικό δίδυμο της
Χρυσάνθης και του Παύλου Πιέρρου και την υλοποίησαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και με μιαν άρτια παραγωγή στο Θέατρο "ΑΛΚΜΗΝΗ".
Μια παρέα νέων και οικονομικά εύπορων παιδιών, από εκείνα που ντύνονται μοδάτα, γλεντούν ξέφρενα και συμπεριφέρονται δίχως να νοιάζονται ούτε για το αύριο ούτε για τον διπλανό τους, βάζουν στο στόχαστρο έναν νεαρό "διαφορετικό". Έναν φίλο, που κινείται περιφερειακά στον κύκλο τους, κλασική περίπτωση συνεσταλμένου, με περιποιημένη "clean cut" εμφάνιση, στα όρια της θηλυπρέπειας, που ξεχωρίζει σαν την μύγα μεσ' στο γάλα στο περιβάλλον τους. Δειλός από ιδιοσυγκρασία, ο Ανέστης Κομνηνός, ευνουχισμένος πιθανόν από το ίδιο το οικογενειακό περιβάλλον του, γίνεται εύκολος στόχος - και εδώ ενσαρκώνεται ιδανικά από τον
Βασίλη Μαστρογιάννη, που μέσα από μια μελετημένη, πειστική, κινησιολογία, μέσα από φοβισμένα βλέμματα και αμήχανες εκφράσεις μας δηλώνει ευθύς εξ αρχής ποιός και τι είναι.
Στον αντίποδα, στον ρόλο του ανηλεούς "διώκτη" του ατυχούς Ανέστη, βρίσκεται ο Μάρκος Χρηστίδης, με τον
Βαγγέλη Ζάπα εν προκειμένω
να αποπνέει ευθύς εξ αρχής όλη την αλαζονεία και την αυτοπεποίθηση της κοινωνικής του τάξης σε επικίνδυνο μείγμα με τον επιπόλαιο παρορμητισμό της ηλικίας του. Στο πλευρό του Μάρκου, ο
Γιώργος Κοσκορέλλος ως
Φίλιππος, καθαρογράφει στην σκηνή την προσωπικότητα ενός ακκιζόμενου νεαρού, συνηθισμένου στις ευκολίες της ίδιας κοινωνικής τάξης, εθισμένου στους αμφιλεγόμενους τρόπους διασκέδασης και συμπεριφοράς. Τελικά, αλλά όχι και απροσδόκητα, θα τον δούμε να εκπλήσσεται και να τρομοκρατείται από τις συνέπειες των τρόπων, που έχει μάθει ή που ανέχεται. Θα τον δούμε να εκλιπαρεί για τα αυτονόητα.
Σε μια βραδυνή έξοδο, η παρέα, μέσα στην ανία της ξεκινάει το γνωστό εφηβικό παιχνίδι "Truth or Dare", που από την σύλληψή του κιόλας ενέχει ανεξέλεγκτα στοιχεία νεανικής σκληρότητας και απρέπειας. Το συγκεκριμένο βράδυ, όμως, το παιχνίδι καταλήγει σε φραστικό και σωματικό bullying με στόχο τον Ανέστη και με ανυπολόγιστες συνέπειες για όλους - για το θύμα και για τους θύτες του, στους οποίους θα συμπεριληφθούν και όσοι παραμένουν παθητικοί, όσοι δεν αντιδρούν αποφασιστικά στο bullying του Μάρκου. Όσο κι αν λειτουργούν προσκαίρως πυροσβεστικά, αποφεύγουν να στοιχηθούν ενεργά και φανερά με τον Ανέστη, συνεχίζουν την ζωή τους αδιάφοροι.
Αρκετά αργότερα, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου ο κύκλος των θυτών θα είναι αυτός, που θα περάσει από μιαν αντίστοιχη δοκιμασία "Truth or Dare", η οποία, όμως, τώρα θα είναι πολύ πιο αληθινή και χειροπιαστή, ακραία τραγική και μοιραία, όπως κάθε κάθαρση, που διεκπεραιώνεται από ανθρώπους και όχι από ό,τι συνήθως ονομάζουμε Θεό ή Θεία Δίκη ή, έστω, φυσικό δικαστή.
Η παράσταση στο Θέατρο "ΑΛΚΜΗΝΗ" ξεκινάει ως ανέμελη κωμωδία, ως παρωδία των τρόπων της νέας γενιάς ή, καλύτερα, ενός τμήματος της νέας γενιάς, και εξελίσσεται σε thriller και τραγωδία, που εμπίπτει στον ορισμό του splatter. Νέοι, ωραίοι και πλούσιοι διασκεδάζουν, πίνουν, χορεύουν, ζευγαρώνουν χωρίς ίχνος διανοητικής και, κυρίως, συναισθηματικής ωριμότητας. Νομοτελειακά, καλούνται κάποτε να πληρώσουν το τίμημα, μπροστά στους θεατές, που παρακολουθούν νευρικά στην άκρη του καθίσματός τους το ανελέητο ξεγύμνωμα όλων των χαρακτήρων και την σταδιακή κλιμάκωση του δράματος.
Το πλεονέκτημα της Χρυσάνθης και του Παύλου Πιέρρου προκύπτει από το ότι είναι νέοι, πολύ νέοι, που γράφουν λίγο-πολύ για την γενιά τους. Γράφουν όχι έξωθεν του κύκλου ούτε από το "ύψος" μιας μεγαλύτερης ηλικίας. Γράφουν από το εσωτερικό του κύκλου, γράφουν για ηλικίες, άτομα και συμπεριφορές που γνωρίζουν. Γράφουν ως συγγραφείς με τους ίδιους κώδικες, αποτυπώνουν εκφράσεις και λόγια του συρμού και, εν συνεχεία, ως σκηνοθέτες κινούν τους ήρωές τους με τους τρόπους, που πράγματι θα κινούντο οι χαρακτηριστικοί τους τύποι στα κλαμπ, στα σπίτια, στον δικό τους προστατευμένο κόσμο. Στήνουν έτσι μια παράσταση με διαδοχικές ανατροπές αναπάντεχες τόσο για τους χαρακτήρες όσο και για το κοινό. Και αποσπούν από όλους τους ηθοποιούς ερμηνείες υψηλής έντασης, που καταφέρνουν να μεταδώσουν αβίαστα το βίωμα και την αγωνία των ακροτήτων, που υφίστανται, στους θεατές.
Η
Έφη Σισμανίδου και η
Βίκη Μαϊδάνογλου κρατούν τους ρόλους των δύο γυναικών του έργου. Πληθωρικά και ακατανίκητα σεξουαλική η Εύα της Έφης Σισμανίδου ηλεκτρίζει, με το διαπεραστικό της βλέμμα και το σώμα της, που λικνίζεται επιμελημένα πάνω στο στιλέτο των τακουνιών της. Σε διαφορετικό μήκος κύματος, η ψυχολόγος Κρυσταλλία της Βίκης Μαϊδάνογλου, αποφεύγει τις ριζικές επιλογές, αφήνεται στον Μάρκο, παραμένει αναποφάσιστη και μοιραία δειλή έναντι των διλημμάτων, που προκύπτουν στην καθημερινότητά της.
Το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό του ρόλου του
Αντώνη Βούλτσου - Δαμουλάκη ως Στράτου δεν θα τον αποκαλύψω, για να μη προδοθεί άκαιρα η πλοκή του έργου. Εντυπωσιάζει, όμως, και προκαλεί ρίγη η ψυχραιμία και η αποφασιστικότητα, με την οποία κινείται, ακολουθώντας πιστά και χωρίς παρέκκλιση το προδιαγεγραμμένο σχέδιό του, υλοποιώντας την προσωπική του αντίληψη περί δικαιοσύνης.
Ο
Παύλος Πιέρρος, εκτός της ιδιότητας μέλους της συγγραφικής-σκηνοθετικής δυάδας, διατηρεί για τον εαυτό του και τον ρόλο του ενδιάμεσου μεταξύ όλων των υπόλοιπων. Ενδιάμεσος και αμφιλεγόμενος, εκκρεμής και αμφιταλαντευόμενος, ακραία εκκεντρικός στο ντύσιμο, ακαθόριστος από πλευράς ψυχισμού, χωρίς σημείο σταθερής ισορροπίας, χαμένος σε μια πραγματικότητα, που τον ξεπερνά. Η σύλληψη του χαρακτήρα του δίνει την ευκαιρία να αναδείξει την εκφραστική του γκάμα, που την γνωρίζουν καλά όσοι τον παρακολουθούν να κάνει πολλά και διαφορετικά πράγματα από την μια χρονιά στην άλλη ή ακόμη και μέσα στην ίδια χρονιά.
Αφήνω τελευταίο τον
Αλέξανδρο Παπατριανταφύλλου, ο οποίος με μόλις δυό ημερών διδασκαλία, όπως μαθαίνω, αντικατέστησε εκτάκτως τον Χρήστο Μπαλτά στην παράσταση της Πρωτομαγιάς. Με τον αέρα του γννώστη του χώρου της μουσικής ανέλαβε τον τον ρόλο του DJ και διακινητή ουσιών και ξεσήκωσε αποτελεσματικά όλες τις χαρακτηριστικές κινήσεις.
Ιδιαίτερη μνεία οφείλεται στον
Κωνσταντίνο Μητροβγένη για τα κοστούμια, που αντικατοπτρίζουν τις πιο προχωρημένες ενδυματολογικές τάσεις και το στυλ της ανέμελης νεολαίας, καθώς και στον
Αλέξανδρο Πολιτάκη, για τις εμπνευσμένες και ιδιαίτερα ατμοσφαιρικές φωτιστικές λύσεις και επιλογές, στις οποίες έτσι κι αλλιώς ειδικεύεται.
Τα ζητήματα, που θέτει ευθέως και πιεστικά το έργο της Χρυσάνθης και του Παύλου Πιέρρου δεν είναι λίγα. Αφορούν στην ουσία της επικοινωνίας μεταξύ των νέων και στην έλλειψή της, αφορούν στο δικαίωμα και στα όρια της αυτοδικίας, αφορούν στην ψυχολογική και σωματική κακοποίηση, στο έλλειμμα ενσυναίσθησης και στο έλλειμμα κατανόησης για τον άλλο. Αφορούν στην εμμονή μας με την βιτρίνα της ευτυχίας και της επιτυχίας, την οποία κληροδοτούμε στα παιδιά μας, το αγχωτικό ενδιαφέρον μας για τίτλους σπουδών και επαγγελματικές περγαμηνές κατ' αντίθεση με την αδιαφορία μας για την καλλιέργεια μιας συναισθηματικής ωριμότητας. Σε τελική ανάλυση η ανθρώπινη επικοινωνία και η ανθρώπινη ευτυχία εξαρτώνται όχι από την επιβολή μιας πολιτικής ορθότητας, που χρησιμοποιεί ευφημισμούς ή κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί, αλλά από την συναισθηματική ωριμότητα, που προσεγγίζει τον πυρήνα του ανθρώπου και αξιοποιεί τον ιδιαίτερο ψυχισμό του καθενός. Ίσως καθυστερημένα, ίσως πολύ αργά για τους ίδιους, τόμαθε αυτό η συντροφιά των νεαρών ηρώων του έργου. Χάρις σε αυτούς και στα παθήματά τους είναι, όμως, πολύ πιθανό, οι θεατές να το έμαθαν πολύ πιο έγκαιρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου