Ο Διονύσιος Σολωμός, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες των Ελληνικών Γραμμάτων, παρουσιάζει την ιδιομορφία να είναι συνάμα πολύ γνωστός μα και πολύ άγνωστος. Περιβεβλημένος την αχλύ και τον μύθο του Εθνικού ποιητή, παραμένει σε μεγάλο βαθμό μια κατά τα λοιπά άγνωστη προσωπικότητα για τον πολύ κόσμο. Ίσως φταίει γι' αυτό η χρονική απόσταση από την εποχή του, ίσως το πολύ μεγάλο βάρος της ετικέτας του Εθνικού ποιητή, που σφράγισε την πρόσληψη του έργου του από το κοινό.
Η ποίηση του Σολωμού, ωστόσο, δεν είναι μόνον ο "Ύμνος εις την Ελευθερίαν", του οποίου οι δύο πρώτες στροφές έδωσαν τον Εθνικό μας Ύμνο. Ούτε το υπόλοιπο έργο του έχει αποκλειστικά να κάνει με τους πόθους, τους αγώνες και τα βάσανα για την εθνική ολοκλήρωση. Αντίθετα, η θεματολογία του είναι ευρύτατη, αστείρευτη η έμπνευσή του από πράματα και θάματα γύρω του, ακόμα κι από καθημερινά περιστατικά, που τον συγκινούν ή τον εντυπωσιάζουν. Οι στίχοι του χαρακτηρίζονται από βαθύτατο ρομαντισμό, ο ερωτισμός ως συνθήκη δεν του είναι ξένος, τα λόγια κι οι φράσεις του σχηματίζουν εικόνες ονειρικού λυρισμού, ολοζώντανες και πάλλουσες. Ασύμβατες με τον ποιητή, που έζησε μια ζωή στοιχειωμένη από τις συνεχείς και τραυματικές οικογενειακές έριδες, καθώς κι απ' αυτό τούτο το βάρος του ότι υπήρξε καρπός του παράνομου έρωτα του ευγενούς πατέρα του με μια "παρακατιανή".
Το έργο "ΦΩΣ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ", που παίζεται φέτος στο Θέατρο 104, στο Γκάζι για δεύτερη χρονιά - διαφοροποιημένο, πάντως, από την περσινή του έκδοχή στο Θέατρο "ΑΛΚΜΗΝΗ" - επιχειρεί μια προσέγγιση της προσωπικότητας του Σολωμού, φωτίζει επί μέρους πτυχές της, ερμηνεύει συμπεριφορές, ανιχνεύει τις πηγές της έμπνευσης. Ξεκινώντας από το κείμενο της Κλεοπάτρας Εμμανουήλ, που έσκυψε με τρυφερότητα πάνω από τον Σολωμό, ο Δημήτρης Παναρετάκης έστησε μια παράσταση, η οποία αποφεύγει ευφυώς την παγίδα του στόμφου, των επικών εξάρσεων, των εθνικών κηρυγμάτων. Με χαμηλό φωτισμό και εξ ίσου χαμηλούς τόνους, με πολύ συναίσθημα και συγκινησιακή φόρτιση, διεισδύει τελικά στον ψυχισμό του Σολωμού, ψηλαφεί την σχέση του με την Ελλάδα, την ελευθερία, την γλώσσα - τις αιώνιες Μούσες του, τις πολύπαθες αυτές, μόνες, "ερωμένες" του, τις έγνοιες του νου και της καρδιάς του.
Μαυροντυμένος ο Παναρετάκης, που κρατά επίσης, και τον κύριο ρόλο, κινείται και χειρονομεί επιμελημένα, εκφέρει τον θεατρικό λόγο με υποβλητικότητα, περνά στον θεατή τον Σολωμό άνθρωπο, που βρίσκεται πίσω από τον θρύλο, πίσω από τις ετικέτες, πίσω από την φιλολογική έρευνα. Το κείμενο και η σκηνοθεσία αναδεικνύουν ένα πρόσωπο διαρκώς ανήσυχο, που, όπως αγωνίζεται με κάθε μέσο, δικαστικό ή άλλο, να ξεπεράσει τα προσωπικά και οικογενειακά θέματα και να προστατεύσει το οικογενειακό όνομα και την περιουσία, άλλο τόσο αγωνιά για την πατρίδα του, πασχίζει να κυριαρχήσει στην γλώσσα, να βρει τον καθαρό λόγο, να εκφρασθεί. Γράφει, σβήνει, σκίζει χαρτιά, παθαίνει για μια λέξη, μια φράση, κοπιάζει να ξεκαθαρίσει την σκέψη του, να συγκεράσει τις δυό του γλώσσες, την Ιταλική των σπουδών και την μητρική Ελληνική.
Δίπλα στον Παναρετάκη, η Κλεοπάτρα Εμμανουήλ, λευκοντυμένη, αέρινη, άπιαστη, άυλη, μα και αγέρωχη - αυτή τούτη η εικόνα της ελευθερίας, η ιδανική της ενσάρκωση, η απόλυτη έμπνευση του ποιητή. Ο λόγος της Εμμανουήλ μουσική, η κίνησή της χορός. Χορός γύρω στον ποιητή, χορός μέσα του, μια γλυκειά ζάλη η ελευθερία, ένας δημιουργικός πόνος, ένας υψηλός έρως. Ο Σολωμός πασχίζει να την κατακτήσει, να την τραγουδήσει. Πρέπει να έρθει, όμως, αυτός στα μέτρα της, να ανέβει ο ίδιος στο στο ύψος της. "Μήγαρις έχω άλλο στον νου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;", αναρωτιέται... Έγνοια κι αγωνία, που καταγράφεται ακέραια στο πρόσωπο του Παναρετάκη!
Ο Γιώργος Καπετανάκος και ο Πάνος Λουκαΐδης συμπληρώνουν επάξια και αρμονικά το κουαρτέτο της θεατρικής ομάδας, που έχει αναλάβει να μας φέρει κοντά στον ποιητή. Δεν διεκπεραιώνουν απλώς συμπληρωματικούς ρόλους και πολλαπλούς, όπως το επιτάσσει η διανομή. Τους ζωντανεύουν, τους αποκαλύπτουν ως παράγοντες στην ζωή και στην πνευματική δράση ή την ενέργεια του ποιητή. Μεταξύ αυτών, φυσικά, ο Πολυλάς, φίλος, θαυμαστής, εκδότης του Σολωμού. Κι από δίπλα το στενό περιβάλλον στην Ζάκυνθο, στην Κέρκυρα, ο κύκλος, που έχει τον Σολωμό στο κέντρο του, που τον ωθεί να γράψει. Οι δύο ηθοποιοί μας επιφυλάσσουν συγκλονιστικές στιγμές, υποβλητικές, συμβολικές και αποκαλυπτικές για το Σολωμικό corpus.
Ολοκληρωμένα ποιήματα, αλλά και πολλά σχεδιάσματα ημιτελή, μπερδεμένα, σπαράγματα στίχων το έργο του Σολωμού, κομμάτια εδώ κι εκεί. Σπαράγματα ζωής, θρύψαλα κι απομεινάρια, που μέσα τους κλείνουν τον σπόρο της ποιητικής μεγαλοφυΐας. Απ' όλα τούτα φτιάχνει ο Παναρετάκης μικρές σκηνές, που διαδέχονται γοργά η μία την άλλη και συμπληρώνουν το παζλ μιας περίπλοκης ζωής. Ο σκηνοθέτης Παναρετάκης αξιοποιεί ένα λιτό σκηνικό, λειτουργεί αφαιρετικά σε όλα τα επίπεδα. Συχνά υπαινικτικά. Δεν παραδίδει μάθημα φιλολογίας ούτε φιλοπατρίας. Γνωρίζει πως είναι δύσκολο να φωτίσεις τον ψυχισμό ενός ανθρώπου, πολλώ δε μάλλον τον ψυχισμό ενός ποιητή. Προτείνει, όμως, αναγνώσεις αυτής της ψυχής. Προτείνει τρόπους αποκωδικοποίησης της προσωπικότητας και, εν συνεχεία, της ποιητικής του τέχνης.
Και το κάνει με εντιμότητα προθέσεων και αποτελέσματος. Ο θεατής, φεύγει από το "104", έχοντας έρθει ψυχικά πιο κοντά στον Σολωμό. Τον κατανοεί, τον πονάει, μπορεί πια να καταφύγει στους στίχους του με πολύ περισσότερη ενσυναίσθηση. Κι αυτό είναι το πιο σπουδαίο επιστέγασμα μιας από τις αξιολογότερες παραστάσεις της θεατρικής περιόδου, που διανύουμε.
Το έργο "ΦΩΣ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ" της Κλεοπάτρας Eμμανουήλ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Παναρετάκη, παίζεται κάθε Παρασκευή, στις 9 το βράδυ,στο Θέατρο "104", Ευμολπιδών 41, στο Γκάζι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου